Τρόφιμα όπως το κρέας, το ψάρι και τα αυγά περιέχουν ταυρίνη.
Είναι επίσης βασικό συστατικό σε ορισμένα ενεργειακά ποτά και σκόνες πρωτεΐνης, ενώ σύμφωνα με κάποιες αναφορές, χρησιμοποιείται από ασθενείς με καρκίνο.
Νέα μελέτη παρατήρησε ότι η ταυρίνη δρούσε ως βασικός ρυθμιστής μυελογενών καρκίνων, όπως η λευχαιμία.
Η προκλινική έρευνα δείχνει ότι οι επιστήμονες βρίσκονται ένα βήμα πιο κοντά στην ανακάλυψη νέων τρόπων για την καταπολέμηση της λευχαιμίας, η οποία είναι ένας από τους πιο επιθετικούς καρκίνους του αίματος.
Οι ερευνητές του Wilmot Cancer Institute του Πανεπιστημίου του Ρότσεστερ, κατάφεραν να εμποδίσουν την ανάπτυξη της λευχαιμίας σε μοντέλα ποντικών και σε δείγματα ανθρώπινων λευχαιμικών κυττάρων χρησιμοποιώντας γενετικά εργαλεία για να αποτρέψουν την είσοδο της ταυρίνης στα καρκινικά κύτταρα.
Υπό την καθοδήγηση της καθηγήτριας Jeevisha Bajaj, ανακάλυψαν ότι η ταυρίνη παράγεται από μια υποομάδα φυσιολογικών κυττάρων στο μικροπεριβάλλον του μυελού των οστών, τον ιστό μέσα στα οστά όπου ξεκινούν και εξαπλώνονται οι μυελογενείς καρκίνοι.
Τα κύτταρα της λευχαιμίας δεν είναι ικανά να παράγουν ταυρίνη, επομένως εξαρτώνται από έναν μεταφορέα ταυρίνης (που κωδικοποιείται από το γονίδιο SLC6A6) για να απορροφήσουν ταυρίνη από το περιβάλλον του μυελού των οστών και να την μεταφέρουν στα καρκινικά κύτταρα.
Η ανακάλυψη έγινε ενώ οι επιστήμονες χαρτογραφούσαν τι συμβαίνει μέσα στον μυελό των οστών και το οικοσύστημά του — μακροχρόνιο αντικείμενο μελέτης των ερευνητών του Wilmot, οι οποίοι έχουν προωθήσει την επιστήμη γύρω από το μικροπεριβάλλον με στόχο τη βελτίωση των θεραπειών για τον καρκίνο του αίματος.
«Είμαστε πολύ ενθουσιασμένοι με αυτές τις μελέτες, επειδή αποδεικνύουν ότι η στόχευση της πρόσληψης από τα μυελογενή λευχαιμικά κύτταρα, μπορεί να είναι μια νέα πιθανή οδός για τη θεραπεία αυτών των επιθετικών ασθενειών», δήλωσε η Bajaj, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Βιοϊατρικής Γενετικής και μέλος του ερευνητικού προγράμματος Wilmot Cancer Microenvironment.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν επίσης ότι καθώς τα κύτταρα της λευχαιμίας απορροφούν ταυρίνη, αυτή προάγει τη γλυκόλυση (τη διάσπαση της γλυκόζης για την παραγωγή ενέργειας) που τροφοδοτεί την ανάπτυξη του καρκίνου. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, μέχρι τώρα δεν ήταν γνωστό ότι η ταυρίνη μπορεί να έχει καρκινογόνο δράση.
Η λευχαιμία έχει διάφορους υποτύπους και τα ποσοστά επιβίωσης ποικίλλουν. Η μελέτη αυτή διαπιστώνει ότι η έκφραση του μεταφορέα ταυρίνης είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη πολλαπλών υποτύπων, συμπεριλαμβανομένης της οξείας μυελογενούς λευχαιμίας (AML), της χρόνιας μυελογενούς λευχαιμίας (CML) και των μυελοδυσπλαστικών συνδρόμων (MDS), τα οποία προέρχονται από αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα του μυελού των οστών.

Μελλοντικές μελέτες θα διερευνήσουν τα σήματα από το μικροπεριβάλλον που προάγουν τη μετάβαση του MDS, ενός προδρόμου της λευχαιμίας, σε οξεία λευχαιμία.
Η Jane Liesveld, ογκολόγος στο Wilmot που θεραπεύει άτομα με λευχαιμία και συν-συγγραφέας της μελέτης, σημείωσε ότι οι επιστήμονες έχουν ακόμα πολλά να μάθουν σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τα κύτταρα της λευχαιμίας επαναπρογραμματίζονται και αντλούν ενέργεια για να αναπτυχθούν και να αντισταθούν στις θεραπείες.
«Η εργασία αυτή δείχνει ότι τα τοπικά επίπεδα ταυρίνης στο μυελό των οστών μπορεί να ενισχύσουν την ανάπτυξη της λευχαιμίας, γεγονός που υποδηλώνει ότι πρέπει να δίνεται προσοχή στη χρήση συμπληρωμάτων ταυρίνης σε υψηλές δόσεις», είπε.
«Ο μεταβολικός επαναπρογραμματισμός είναι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα του καρκίνου και βρισκόμαστε στα πρώτα στάδια της κατανόησης των μεταβολικών επιδράσεων στα κύτταρα της λευχαιμίας. Μέχρι τώρα η προσοχή εστιάζονταν στις γενετικές αλλαγές, αλλά τώρα επεκτείνεται στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο τα κύτταρα της λευχαιμίας καταφέρνουν να εκτροχιάσουν διάφορες μεταβολικές οδούς για τη δική τους επιβίωση».
Το συμπέρασμα των ερευνητών είναι το εξής: «Δεδομένου ότι η ταυρίνη είναι ένα συνηθισμένο συστατικό των ενεργειακών ποτών και συχνά χορηγείται ως συμπλήρωμα για την άμβλυνση των παρενεργειών της χημειοθεραπείας, η έρευνά μας υποδηλώνει ότι θα ήταν ενδιαφέρον να εξεταστούν προσεκτικά τα οφέλη των συμπληρωμάτων ταυρίνης σε ασθενείς με λευχαιμία».
Μελλοντικές μελέτες θα πρέπει να διερευνήσουν τα επίπεδα ταυρίνης σε άτομα με λευχαιμία, δήλωσε η Bajaj. «Τα τρέχοντα δεδομένα μας υποδηλώνουν ότι θα ήταν χρήσιμο να αναπτυχθούν σταθεροί και αποτελεσματικοί τρόποι για να εμποδιστεί η ταυρίνη να εισέλθει στα κύτταρα της λευχαιμίας», είπε.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature.