Δαιδαλώδης, ασυνήθιστη αλλά και αν μη τι άλλο ύποπτη, με υπόγειες και «γκρίζες» πολιτικές διαδρομές, είναι η πορεία του Χρήστου Μαυρίκη, γνωστού και ως «εθνικού κοριού», ο οποίος συνελήφθη σήμερα για απόπειρα δωροδοκίας Αρεοπαγίτη.
Ο Χρήστος Μαυρίκης «σημάδεψε» την πολιτική ζωή της χώρας, καθώς από ένας απλός υπάλληλος του ΟΤΕ που ήταν, μέσα σε μια μέρα έγινε διάσημος, όταν τον Απρίλιο του 1993 βγήκε στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κατήγγειλε ότι κατ’ εντολή του στρατηγού Νίκου Γρυλλάκη, στενού συνεργάτη του τότε Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, εκτελούσε υποκλοπές κατά πολιτικών προσώπων, μεταξύ αυτών και του Ανδρέα Παπανδρέου.
Μετά από την πτώση της Κυβέρνησης Μητσοτάκη, το 1993, η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε έρευνα στα ΚΑΦΑΟ του ΟΤΕ που είχε υποδείξει ο Μαυρίκης. Από την έρευνα που πραγματοποιήθηκε, προέκυψαν ξεκάθαρες ενδείξεις τεχνικών παρεμβάσεων για υποκλοπές, επιβεβαιώνοντας τα λεγόμενά του.
Στις 12 Ιανουαρίου του 1994, η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ σύστησε προανακριτική επιτροπή για το ζήτημα των υποκλοπών στο οποίο παραπέμφθηκε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αλλά και η Ντόρα Μπακογιάννη.
Τα πρόσωπα που παρακολουθούσε ο Μαυρίκης
Ύστερα από τις έρευνες, το καλοκαίρι του 1994, ο βουλευτής-εισηγητής του ΠΑΣΟΚ Κώστα Μπρακατσούλας ανακοίνωσε ποια πρόσωπα ήταν στο στόχαστρο των υποκλοπών.
«Διαπιστώθηκε ότι παρακολουθήθηκαν τα τηλέφωνα του κ. Μιλτιάδη Έβερτ ως τον Αύγουστο του 1991 και του γραφείου του ως το 1991, και του Υπουργείου Προεδρίας κατά το διάστημα που ήταν Υπουργός ως τον Δεκέμβριο του 1991. Του Γεράσιμου Κουρή, ως τα τέλη Απριλίου 1990 και της εφημερίδας ΑΥΡΙΑΝΗΣ ως τον Σεπτέμβριο του 1990. Του σημερινού Πρωθυπουργού, κ. Ανδρέα Παπανδρέου, το τριψήφιο τηλέφωνό του, ως τον Ιούνιο του 1990. Του Γεωργίου Ράλλη, πρώην πρωθυπουργού, ως τα τέλη του 1990. Των γραφείων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην οδό Χαριλάου Τρικούπη, ως τον Δεκέμβριο του 1991. Του Αντώνη Λιβάνη ως τον Σεπτέμβριο του 1991. Του Κυριάκου Γριβέα ως τον Δεκέμβριο του 1990, ο οποίος είναι γνωστός σε όλους μας ως αναπληρωτής διευθυντής του πολιτικού γραφείου του κ. Μητσοτάκη».
Αναφέρει, επίσης, ότι:
«Το πλείστον κατετέθησαν από τον Μαυρίκη και αφορά υποκλοπές –και λέω το πλείστον, εκτός εκείνων των ευρημάτων τα οποία λόγω του χρόνου δεν μπόρεσαν να βρεθούν– που επιβεβαιώθηκαν πλήρως από το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων του ΟΤΕ.
Είναι 7 άνθρωποι όλου του πολιτικού φάσματος, οι οποίοι ομοφώνως αποφαίνονται ότι πράγματι έγιναν αυτές οι παρακολουθήσεις και έγιναν οι παρακολουθήσεις με τον τρόπο που υποδεικνύει ο Μαυρίκης στο γνωστό υπόμνημά του».
Η Κοινοβουλευτική Εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας, και μετέπειτα Πρόεδρος της Βουλής, Άννα Ψαρούδα-Μπενάκη, στην ίδια συνεδρίαση είχε σημειώσει:
«Αυτή η κατηγορία είναι κατασκευασμένη εξ υπ’ αρχής για να μη δικαστεί. Το καταγγείλαμε και το καταγγέλλουμε ότι χρησιμοποιείτε κατά παρερμηνεία και εσφαλμένη εφαρμογή τις διατάξεις του νόμου Περί Ευθύνης Υπουργών για να ρίξετε λάσπη, για να δημιουργήσετε αναταραχή, για να συκοφαντήσετε πολιτικούς σας αντιπάλους».
Για την υπόθεση αυτή παραπέμφθηκε ο πρώην Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, αλλά τελικά εξαιτίας της απόφασης του Ανδρέα Παπανδρέου δεν έφτασε ποτέ σε ειδικό δικαστήριο.
Ο ηγέτης του ΠΑΣΟΚ, ζήτησε τον Ιανουάριο του 1995, να υπάρξει για λόγους πολιτικής ομαλότητας αναστολή των ποινικών διώξεων και η πρότασή του υπερψηφίστηκε από το Κοινοβούλιο με ονομαστική ψηφοφορία.