Οι επιπλέον απεικονιστικές εξετάσεις μπορούν να βοηθήσουν στην έγκαιρη ανίχνευση υπερτριπλάσιων περιπτώσεων καρκίνου του μαστού
Συγκεκριμένα, όπως ανέφεραν οι ερευνητές στις 21 Μαΐου στο περιοδικό The Lancet, οι πρόσθετες απεικονιστικές εξετάσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υπερτριπλάσιες διαγνώσεις καρκίνου του μαστού μεταξύ των γυναικών με πυκνούς μαστούς.
Αυτές οι πρόσθετες απεικονιστικές εξετάσεις -οι οποίες χρησιμοποιούν ενέσιμες χρωστικές ουσίες αντίθεσης για να αναδείξουν τους όγκους- εντόπισαν 85 καρκίνους μεταξύ περισσότερων από 9.000 γυναικών με πυκνούς μαστούς στο Ηνωμένο Βασίλειο που είχαν καθαρό αποτέλεσμα μαστογραφίας, συμπεριλαμβανομένης της Duffield, όπως δείχνουν τα αποτελέσματα της μελέτης.
«Η έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου κάνει τεράστια διαφορά για τις ασθενείς όσον αφορά τη θεραπεία και τις προοπτικές τους», ανέφερε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Φιόνα Γκίλμπερτ, καθηγήτρια ακτινολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, σε δελτίο Τύπου.
Τα εθνικά προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο να συμπεριλάβουν αυτές τις επιπλέον εξετάσεις «ώστε να διασφαλίσουμε ότι περισσότεροι καρκίνοι θα διαγνωστούν νωρίς, δίνοντας σε πολύ περισσότερες γυναίκες πολύ καλύτερες πιθανότητες επιβίωσης», πρόσθεσε η Γκίλμπερτ.
Περίπου το 10% των γυναικών ηλικίας 50 έως 70 ετών έχουν πολύ πυκνούς μαστούς με χαμηλά επίπεδα λιπώδους ιστού. Αυτές οι γυναίκες έχουν έως και τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού σε σύγκριση με τις γυναίκες με χαμηλή πυκνότητα μαστού, ανέφεραν οι ερευνητές στις σημειώσεις τους.
Όμως οι τρέχουσες κατευθυντήριες οδηγίες για τον έλεγχο του καρκίνου του μαστού τόσο στις ΗΠΑ όσο και στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν λαμβάνουν υπόψη την πυκνότητα του μαστού, συνιστώντας αντ’ αυτού τις συνήθεις μαστογραφίες για όλες.
Η αναφορά της πυκνότητας του μαστού για τις γυναίκες είναι υποχρεωτική στις ΗΠΑ, αλλά δεν υπάρχει συναίνεση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να ελέγχονται οι γυναίκες με πυκνούς μαστούς, ανέφεραν οι ερευνητές.
Για τη συγκεκριμένη κλινική μελέτη, οι ερευνητές «επιστράτευσαν» σχεδόν 9.400 γυναίκες με πυκνούς μαστούς που είχαν καθαρή μαστογραφία μεταξύ Οκτωβρίου 2019 και Μαρτίου 2024. Στο 75% των γυναικών ανατέθηκε τυχαία να κάνουν μία από τις τρεις πρόσθετες εξετάσεις προσυμπτωματικού ελέγχου – CEM (μαστογραφία ενισχυμένη με σκιαγραφικό), εξέταση AB-MRI (μαγνητική τομογραφία) ή ABUS (αυτοματοποιημένο υπερηχογράφημα ολόκληρου του μαστού). Οι υπόλοιπες συμμετέχουσες δεν έκαναν επιπλέον εξέταση.
Για κάθε 1.000 γυναίκες που έκαναν επιπλέον εξετάσεις:
- 19 καρκίνοι εντοπίστηκαν με την CEM, η οποία χρησιμοποιεί ενέσιμη σκιαγραφική ουσία για να βελτιώσει την ορατότητα των όγκων.
- 17 καρκίνοι ανιχνεύθηκαν με AB-MRI, η οποία χρησιμοποιεί επίσης χρωστική ουσία αντίθεσης για να αναδείξει τις ανωμαλίες.
- 4 καρκίνοι ανιχνεύθηκαν με ABUS, το οποίο χρησιμοποιεί ηχητικά κύματα για την παραγωγή εικόνων.
Οι μαστογραφίες ανιχνεύουν ήδη περίπου 8 καρκίνους ανά 1.000 γυναίκες με πυκνούς μαστούς, ανέφεραν οι ερευνητές. Αυτό σημαίνει ότι αυτές οι επιπλέον απεικονιστικές εξετάσεις θα μπορούσαν να υπερτριπλασιάσουν τις περιπτώσεις έγκαιρης ανίχνευσης του καρκίνου του μαστού σε αυτές τις γυναίκες.
Σε γενικές γραμμές, η CEM και η AB-MRI ήταν τρεις φορές πιο αποτελεσματικές από την ABUS, διαπίστωσαν οι ερευνητές.
Η ερευνητική ομάδα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η CEM και η AB-MRI θα πρέπει να εξεταστούν ως πρόσθετο μέτρο προσυμπτωματικού ελέγχου για τις γυναίκες με πυκνούς μαστούς.
Φωτογραφία: iStock
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Γρηγόρης Ρομπόπουλος (DEMO): «Στοχεύουμε να εξασφαλίσουμε την επάρκεια σε νοσοκομειακά φάρμακα, στη χώρας μας και στην ΕΕ»
Η Βάνα Μπάρμπα υπέστη ελαφρύ εγκεφαλικό – Νοσηλεύεται στο Αιγινήτειο
Τα αντικαταθλιπτικά αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο ορθοστατικής υπότασης