Image default
Οικονομία

Ηλεκτροσόκ τα χρέη για το ρεύμα – Κυβερνητικά σχέδια για mega επενδύσεις στην πλάτη της κοινωνίας


Ενα στα πέντε νοικοκυριά έχει απλήρωτους λογαριασμούς ρεύματος, ενώ ακόμη χειρότερη είναι η εικόνα στις μικρές επιχειρήσεις, με τρεις στις δέκα να έχουν «κόκκινες» οφειλές για το ρεύμα που καταναλώνουν, το δε σύνολο του χρέους νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς τις εταιρείες προμήθειας για το ρεύμα έχει ξεπεράσει πλέον το 1,7 δισ. ευρώ. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από την τελευταία έκθεση πεπραγμένων της ΡΑΑΕΥ που αφορά το έτος 2023, είναι αποκαλυπτικά δε της αδυναμίας μεγάλου μέρους των νοικοκυριών και επιχειρήσεων να εξοφλήσει εγκαίρως τους πανάκριβους λογαριασμούς ρεύματος.

Ειδικότερα, από το σύνολο των 5.388.702 μετρητών που αντιπροσωπεύουν οικιακούς καταναλωτές, 997.344 παροχές –ενδέχεται να αφορούν μικρότερο αριθμό νοικοκυριών καθώς ορισμένα μπορεί να έχουν περισσότερες από μία κατοικίες, άρα παροχές– δημιούργησαν μέσα στο 2023 νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές, τουτέστιν νέα χρέη από λογαριασμούς ρεύματος ύψους 196,40 εκατ. ευρώ. Από τις παροχές αυτές οι 895.538 ανήκουν σε οικιακούς καταναλωτές χωρίς κοινωνικό τιμολόγιο που δημιούργησαν μέσα στο 2023 νέα χρέη 153,32 εκατ. ευρώ, ενώ 101.806 ανήκουν σε νοικοκυριά με κοινωνικό τιμολόγιο τα οποία δημιούργησαν νέες οφειλές 43,07 εκατ. ευρώ. 

Ακόμη χειρότερη είναι η εικόνα στις επιχειρήσεις, όπου επί συνόλου 1.184.453 καταναλωτών με εμπορικά και βιομηχανικά τιμολόγια που παίρνουν ρεύμα από τη χαμηλή τάση –αντιπροσωπεύουν δηλαδή μόνο μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις– 334.613 ή περίπου τρεις στις δέκα επιχειρήσεις (28,25%) άφησαν μέσα στο 2023 απλήρωτους λογαριασμούς ύψους 206,03 εκατ. ευρώ.

Συνεχώς αυξάνονται

Οι νέες οφειλές που δημιούργησαν νοικοκυριά και επιχειρήσεις μέσα στο 2023 προστίθενται μάλιστα, κατά τα στοιχεία της ΡΑΕΕΥ, σε ένα σύνολο πολύ υψηλότερων χρεών που έχουν συσσωρεύσει από τα προηγούμενα χρόνια και τα οποία αφορούν 940.888 παλαιούς οικιακούς πελάτες όλων των εταιρειών με οφειλές ύψους 710,45 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 51.054 αφορούν κοινωνικά τιμολόγια τα οποία έχουν οφειλές 21,02 εκατ. ευρώ. Αντίστοιχα 275.616 επιχειρήσεις με εμπορικά και βιομηχανικά τιμολόγια έχουν συσσωρευμένες οφειλές από τα προηγούμενα χρόνια ύψους 597,04 εκατ. ευρώ. 

Ολα αυτά σημαίνουν ότι τουλάχιστον ένα στα πέντε νοικοκυριά (αν υποθέσουμε, όπως είναι και το πιο πιθανό, ότι οι οφειλέτες του 2023 ταυτίζονται με τους οφειλέτες των προηγούμενων χρόνων) έχει οφειλές που συνολικά ανέρχονται στα 906,85 εκατ. ευρώ μόνο για λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος ενώ τρεις στις δέκα επιχειρήσεις έχουν οφειλές για λογαριασμούς ρεύματος ύψους 803, 07 εκατ. ευρώ, το δε σύνολο των οφειλών νοικοκυριών και επιχειρήσεων για το ρεύμα στις 31.12.2023 ανερχόταν σε 1,71 δισ. ευρώ. 

Τα στοιχεία της ΡΑΕΕΥ αποκαλύπτουν μάλιστα εμμέσως πλην σαφώς ότι ο λόγος για τον οποίο ο κόσμος αφήνει απλήρωτους λογαριασμούς είναι η οικονομική αδυναμία καθώς –με βάση αυτά– μέσα στο 2023 μόνο 6.000 επί συνόλου 4 εκατ. οικιακών καταναλωτών που δεν επιβαρύνονταν με χρέη από την προηγούμενη χρονιά άφησαν απλήρωτους λογαριασμούς ρεύματος. Αντίθετα, 50.000 οικιακοί καταναλωτές με κοινωνικό τιμολόγιο –αφορά ευάλωτες κατηγορίες και χαμηλότερα εισοδήματα– αναλογικά δηλαδή πολύ περισσότεροι επί του συνόλου 450.000 οικιακών καταναλωτών που έχουν κοινωνικά τιμολόγια, οι οποίοι δεν είχαν οφειλές από λογαριασμούς ρεύματος τα προηγούμενα χρόνια, άφησαν απλήρωτους λογαριασμούς ρεύματος.

Αντίστοιχα περίπου 60.000 εμπορικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις επί συνόλου 910.000 που δεν είχαν χρέη για το ρεύμα από τα προηγούμενα χρόνια άφησαν μέσα στο 2023 απλήρωτους λογαριασμούς ρεύματος. Η αύξηση στις επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμα χρέη για το ρεύμα εκτιμάται μάλιστα ότι έχει λάβει ήδη εκρηκτικές διαστάσεις μέσα στο 2024 –όπως έχει αναφέρει ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών Γιάννης Χατζηθεοδοσίου και αναμένεται να επιβεβαιώσουν τα στοιχεία της ΡΑΕΕΥ που σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες δείχνουν μεγάλη αύξηση των νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών το 2024, κατά 40%– όχι μόνο γιατί οι επιχειρήσεις έχουν υψηλότερη ονομαστική χρέωση ανά κιλοβατώρα από τα νοικοκυριά, αλλά και γιατί, σε αντίθεση με τους οικιακούς καταναλωτές, τα δύο τελευταία χρόνια δεν πήραν κανενός τύπου επιδότηση. 

«Σήμερα πάνω από 100.000 επιχειρήσεις έχουν οφειλές για το ρεύμα κι έχουν κάνει διακανονισμό με τους παρόχους ενέργειας, ενώ ειδικά στους ενεργοβόρους κλάδους το 60% των επιχειρήσεων δεν έχει πληρώσει το ρεύμα και είναι σε διαδικασία για διακανονισμό» ανέφερε την περασμένη εβδομάδα ο Γ. Χατζηθεοδοσίου, ο οποίος είχε θέσει επιτακτικά το αίτημα των μικρών επιχειρήσεων για επιδοτήσεις στο ρεύμα τον περασμένο Νοέμβριο. Οι επιδοτήσεις αυτές νομοθετήθηκε να δοθούν εντέλει στα τέλη Απριλίου με καθυστέρηση έξι μηνών, αλλά θα καλύψουν μόνο ένα τρίμηνο, το διάστημα Δεκέμβριος 2024 – Φεβρουάριος 2025. 

Ημίμετρα

«Κάθε ευρώ είναι σημαντικό» σχολίασε ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών αποτιμώντας το μέτρο, «ωστόσο ας μην ξεχνάμε ότι οι επιχειρήσεις πληρώνουν αύξηση 100% στο ρεύμα τα τελευταία τρία χρόνια και θα πάρουν επιδοτήσεις μόνο για ένα τρίμηνο. Επιπλέον, υπάρχουν αποκλεισμοί: δεν δίνονται στα μπλε τιμολόγια, ενώ κι αυτοί πλήρωσαν ακριβότερα το ρεύμα. Και για να δούμε τι πραγματικά αντιπροσωπεύουν: θα δοθούν επιδοτήσεις 50 εκατ. σε 1 εκατομμύριο μικρές επιχειρήσεις, άρα μεσοσταθμικά η κάθε επιχείρηση θα πάρει 50 ευρώ. Οπότε, ας πούμε, η κάθε επιχείρηση θα έχει πληρώσει ή θα έχει χρεωθεί με 10.000 ευρώ για ρεύμα και με τα 1.000 ευρώ που θα πάρει θα πληρώσει ένα τμήμα των λογαριασμών για να κάνει διακανονισμό».

H αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών που έχουν τα ελληνικά νοικοκυριά και οι μικρές επιχειρήσεις για το ρεύμα στο 1,7 δισ. ευρώ οφείλεται στο ότι το ρεύμα στη χώρα μας έχει γίνει πανάκριβο σε σύγκριση με τα εισοδήματα της πλειονότητας των κατοίκων και τους τζίρους της αγοράς. 

Για ένα διάστημα η κυβέρνηση της ΝΔ απέδιδε τις υψηλές πτήσεις των τιμών του ρεύματος στην ευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση, ενώ το 2024, που οι τιμές στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη υποχώρησαν, έκανε λόγο για μίνι βαλκανικές κρίσεις. Με τις ανακοινώσεις για τον τελευταίο εθνικό στρατηγικό σχεδιασμό (ΕΣΕΚ), δηλαδή τον οδικό χάρτη που δείχνει πώς θα πορευτεί η χώρα στην κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της ως το 2050, που παρουσιάστηκε τον περασμένο Νοέμβριο, φάνηκε ότι το ακριβό ρεύμα θα αποτελέσει την κανονικότητα της χώρας για τουλάχιστον άλλα 20 χρόνια, γιατί το σχέδιο της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι η υπερεπένδυση σε πράσινη ενέργεια και δίκτυα, για να γίνει η Ελλάδα μεγάλη εξαγωγέας πράσινης ενέργειας. 

Θεμελιώδης προϋπόθεση όμως για αυτό είναι ο επενδυτικός οργασμός στις ΑΠΕ και το φυσικό αέριο. Δηλαδή, κατά το ΕΣΕΚ, επενδύσεις ύψους 436 δισ. ευρώ στην 25ετία 2025-2050 –ισοδυναμούν με δύο φορές το ΑΕΠ της χώρας και ξεπερνούν το δημόσιο χρέος– σε φωτοβολταϊκά, ανεμογεννήτριες, υποδομές LNG, σταθμούς παραγωγής φυσικού αερίου και δίκτυα για να μεταφέρεται το ρεύμα στο εξωτερικό. Τις επενδύσεις αυτές πραγματοποιούν και θα συνεχίσουν να πραγματοποιούν οι διάφορες μεγάλες και μικρές ενεργειακές εταιρείες, από τους μικρούς των φωτοβολταϊκών ως τους μεγάλους ΔΕΗ, Protergia, Ηρων, Motor Oil, Κοπελούζο, αλλά ο τελικός λογαριασμός πληρώνεται στο σύνολό του από τους καταναλωτές. 

Γι’ αυτό τον λόγο το ΕΣΕΚ προβλέπει ότι το ρεύμα θα παραμείνει ακριβό για πολλά πολλά χρόνια, με τη χονδρεμπορική τιμή να ξεκινά από τα 145 ευρώ ανά μεγαβατώρα το 2025 και να μειώνεται σταδιακά σε 139 ευρώ το 2030, 125 ευρώ το 2035, 117 το 2040, 108 ευρώ το 2045 και 95 ευρώ το 2050. 

Ακόμη όμως κι αυτές οι ασκήσεις επί χάρτου δεν εγγυώνται καθόλου ότι οι τιμές του ρεύματος θα μειωθούν κάποτε σε σχέση με σήμερα αφού:

Στη νέα κανονικότητα έχει διαπιστωθεί αρκετές φορές ότι οι εταιρείες περνούν εύκολα την άνοδο της χονδρεμπορικής τιμής στους καταναλωτές αλλά κατά κανόνα δεν κάνουν το ίδιο με την πτώση. Παραδείγματος χάρη, ενώ τον Απρίλιο η χονδρεμπορική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας έκλεισε με πτώση 15,9% στα 89,05 ευρώ ανά μεγαβατώρα έναντι 105,90 ευρώ του Μαρτίου, οι εταιρείες δεν πέρασαν την πτώση των τιμών στα πράσινα τιμολόγια του Μαΐου. Αντίθετα, αύξησαν τις τιμές τους από 3,3% ως 20,13%. Σημειωτέον ότι την ίδια ακριβώς στάση είχαν τηρήσει και πέρυσι την άνοιξη όταν οι τιμές της χονδρεμπορικής είχαν βρεθεί ξανά κάτω από τα 100 ευρώ. Αυτό δείχνει ότι οι εταιρείες εκμεταλλεύονται σε σταθερή βάση την πτώση της χονδρεμπορικής τιμής για να αυξάνουν τα περιθώρια κέρδους τους, ώστε να βελτιώνουν τα ταμειακά αποθέματά τους και να χρηματοδοτούν καλύτερες εμπορικές πολιτικές έναντι των ανταγωνιστών όταν η χονδρεμπορική τιμή ανεβαίνει πολύ. Σε καμία περίπτωση όμως δεν υπάρχει όφελος για τον καταναλωτή.

Παρά τις υποσχέσεις περί αυξημένης διαφάνειας του πρώην υπουργού Θεόδωρου Σκυλακάκη και της ΡΑΕΕΥ, η παραπλανητική διαφήμιση εξακολουθεί να δίνει τον τόνο στην αγορά, αφού, ακόμη κι όταν οι εταιρείες διαφημίζουν μια μειωμένη ονομαστική τιμή για την κιλοβατώρα, οι λογαριασμοί ρεύματος συνεχίζουν να αυξάνονται λόγω της αύξησης των σταθερών χρεώσεων. Παραδείγματος χάρη, από την 1η Ιανουαρίου 2024 όλες οι εταιρείες προμήθειας έχουν αυξήσει το πάγιό τους. Εκεί που μέχρι το 2023 οι καταναλωτές της ΔΕΗ πλήρωναν πάγιο 50 λεπτά τον μήνα, από πέρυσι πληρώνουν πάγιο 5 ευρώ τον μήνα και συνολικά στην αγορά οι καταναλωτές πληρώνουν πάγιο από 4 ως 17 ευρώ ανάλογα την εταιρεία. Συν τοις άλλοις, λόγω της υπερφόρτωσης του συστήματος με πράσινη ενέργεια, έχει αυξηθεί από το 13% στο 16,2% (και θα αυξηθεί περαιτέρω στο 18%) ο συντελεστής «απωλειών δικτύου», που αφορά το ρεύμα που χάνεται και το οποίο πληρώνουν επίσης χωριστά, ανεξαρτήτως τιμής κιλοβατώρας, όλοι οι καταναλωτές.

Σύμφωνα με στοιχεία που επεξεργάστηκε και παρουσίασε στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας Καταναλωτή στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου η Ελληνίδα μαθηματικός στα οικονομικά της ενέργειας Νεκταρία Καρακατσάνη, η ανταγωνιστική χρέωση (αφορά τις τιμές που διαφημίζουν οι εταιρείες ότι δίνουν) έχει αυξηθεί για τους Ελληνες καταναλωτές πάνω από 200% μέσα σε έξι χρόνια, από 287 ευρώ το 2019 σε 605 ευρώ το 2024, μετά μάλιστα τις επιδοτήσεις. 

Ομως επίσης μεγάλη, στο 61%, είναι και η αύξηση του αθροίσματος των ανταγωνιστικών και σταθερών χρεώσεων, που έχουν ανέλθει από 493 ευρώ μεσοσταθμικά το 2019 στα 796 ευρώ το 2024. Ολα αυτά μάλιστα μετά τις επιδοτήσεις και προ φόρων, δημοτικών τελών, ΦΠΑ, ΕΡΤ κ.λπ. που, αν προσμετρηθούν, επίσης ανεβάζουν τον ετήσιο λογαριασμό του ρεύματος πάνω από 1.000 ευρώ. Τόσο υψηλοί λογαριασμοί αναμενόμενο είναι να μην μπορούν να πληρωθούν εγκαίρως ή στο σύνολό τους από τα ελληνικά χαμηλά εισοδήματα.

Διαβάστε επίσης:

Έφοδος Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στον ΟΠΕΚΕΠΕ: «Ο Σαλάτας πρέπει να παραιτηθεί» – Φόβοι για άρση της πιστοποίησης του οργανισμού


ΟΠΕΚΕΠΕ: Έφοδος της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για παράνομες επιδοτήσεις – Ποινικές διώξεις σε 100 άτομα


ΟΠΕΚΕΠΕ: Τι ανακάλυψε η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία από την εισβολή στον «αμαρτωλό» οργανισμό – Πώς έκλεβαν κρατική γη


ΟΠΕΚΕΠΕ: Μετά την έφοδο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, η διοίκηση κάνει λόγο για «σκιές του παρελθόντος»

 





ΠΗΓΗ

Related posts

Γερμανία: Μηδενική ανάπτυξη βλέπουν για το 2025 οι “σοφοί”

admin

Επ. Ανταγωνισμού: Ερωτηματικά για την ακτοπλοΐα – Θα γίνει κλαδική έρευνα

admin

Κώδων κινδύνου από την Παγκόσμια Τράπεζα για το χρέος– Καλεί σε μείωση δασμών

admin

Αφήστε ένα σχόλιο