Καμπανάκι με αφορμή την Ευρωπαϊκή Εβδομάδα κατά του Καρκίνου και την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος.
Η Ευρωπαϊκή Εβδομάδα κατά του Καρκίνου εορτάζεται κάθε χρόνο τις τελευταίες ημέρας του Μαΐου και κορυφώνεται στις 31 Μαΐου, Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος. Αυτό δεν είναι τυχαίο: ο καρκίνος είναι μία από τις μεγαλύτερες απειλές για την υγεία μας και το κάπνισμα προκαλεί το 20% όλων των καρκίνων και το σχεδόν 30% των θανάτων από αυτόν.
Αν όμως νομίζετε ότι ευθύνεται μόνο για τον καρκίνο του πνεύμονα, απατάστε. Υπάρχει ένας ακόμα, σχεδόν εξίσου συχνός καρκίνος για τον οποίο ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό, αλλά οι περισσότεροι δεν το γνωρίζουν.
Πρόκειται για τον καρκίνο της ουροδόχου κύστεως, του οποίου προκαλεί το 50% έως 65% των κρουσμάτων. Αντίστοιχα στον καρκίνο του πνεύμονα προκαλεί το 80% των περιστατικών.
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστεως είναι ο πέμπτος συχνότερος στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Προσβάλλει κάθε χρόνο 120.000 ανθρώπους στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται περισσότεροι από 5.100 άνδρες και γυναίκες στη χώρα μας.
«Παρά την αυξημένη συχνότητά του, ο καρκίνος της ουροδόχου κύστεως συχνά παραβλέπεται από το κοινό», αναφέρει ο καθηγητής Παθολογίας-Ογκολογίας ΕΚΠΑ Αριστοτέλης Μπάμιας, πρόεδρος της Ελληνικής Ερευνητικής Ομάδας ΟυροΓεννητικού Καρκίνου (ΕΕΟΟΓΕΚ) και αντιπρόεδρος της Εταιρείας Ογκολόγων-Παθολόγων Ελλάδος (ΕΟΠΕ).
Η ενημέρωση για τα συμπτώματα και τους παράγοντες κινδύνου του είναι χαμηλή, τονίζει. Η συνέπεια είναι καθυστερήσεις στη διάγνωση και τη θεραπεία.
Μολονότι, όμως, στα πρώιμα στάδια ο καρκίνος αυτός είναι ιάσιμος, τα πιο προχωρημένα στάδια χαρακτηρίζονται από υψηλά ποσοστά υποτροπής μετά τις εφαρμοζόμενες θεραπείες.
Επιπλέον, «απαιτούν πολύπλοκη αντιμετώπιση και φροντίδα και επηρεάζουν την ποιότητα ζωής», τονίζει ο καθηγητής. «Τα δεδομένα αυτά καθιστούν την ανάγκη για δράση προς την κατεύθυνση της ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης πιο επείγουσα παρά ποτέ. Πόσο μάλλον τώρα που πλέον διαθέτουμε καινοτόμες θεραπείες, οι οποίες μπορεί να βοηθήσουν σημαντικά τους ασθενείς».
Πόσο κινδυνεύουν οι καπνιστές
Όπως προαναφέρθηκε, το κάπνισμα αποτελεί τον σημαντικότερο παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη καρκίνου στην κύστη. Οι καπνιστές διατρέχουν 2-4 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο από τους μη καπνιστές να τον αναπτύξουν. Επιπλέον, ιστορικό καπνίσματος έχουν:
- Οι μισοί άνδρες με καρκίνο της ουροδόχου κύστης
- Τουλάχιστον η μία στις τρείς γυναίκες που πάσχουν από αυτόν
Η χώρα μας, που επί δεκαετίες είχε αρνητική πρωτιά στην ΕΕ σε ποσοστό καπνιστών, είναι και η πρώτη στην ΕΕ σε αριθμό κρουσμάτων αναλογικά με τον πληθυσμό της.
Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο Καρκίνου (GCO) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ο καρκίνος της κύστης είναι ο 4ος συχνότερος καρκίνος στους άνδρες στην Ελλάδα. Υπολογίζεται ότι ετησίως διαγιγνώσκονται πάνω από 4.200 περιστατικά. Πρώτος είναι ο καρκίνος του προστάτη με 7.000 περιστατικά και δεύτερος ο καρκίνος του πνεύμονα με 6.300.
Στις γυναίκες της χώρας μας καταγράφονται περίπου 900 περιστατικά καρκίνου της κύστης κάθε χρόνο. Και στα δύο φύλα, εξ άλλου, αναφέρονται ετησίως και 1.500 θάνατοι από τη νόσο.
Κίνδυνος και για τους πρώην καπνιστές
Πώς μπορεί, όμως, το κάπνισμα να οδηγεί στον καρκίνο της κύστης; Η απάντηση κρύβεται στον τρόπο με τον οποίο απεκκρίνει ο ανθρώπινος οργανισμός τις τοξίνες, απαντά ο κ. Μπάμιας.
«Το ουροποιητικό σύστημα έχει ως κύρια λειτουργία την διήθηση (φιλτράρισμα) του αίματος και την παραγωγή των ούρων, τα οποία περιέχουν άχρηστα υποπροϊόντα του μεταβολισμού και τοξίνες», εξηγεί. «Τα ούρα παράγονται στους νεφρούς και εν συνεχεία αποβάλλονται από το αποχετευτικό τμήμα του ουροποιητικού που συμπεριλαμβάνει την ουροδόχο κύστη. Ωστόσο τα ούρα συσσωρεύονται στην κύστη έως ότου αναπτυχθεί η ανάγκη κένωσής της. Η συνέπεια είναι να εκτίθεται η εσωτερική επιφάνειά της (ο βλεννογόνος) στις τοξίνες των τσιγάρων επί πολλές ώρες καθημερινά».
Η έκθεση αυτή οδηγεί συχνά στον καρκίνο της κύστης. Όπως προαναφέρθηκε, το κάπνισμα ευθύνεται για το 50-65% των περιστατικών, επομένως για 2.550 έως 3.300 κρούσματα ετησίως στην Ελλάδα από τα συνολικώς 5.100.
Ακόμα όμως και αν διακόψει ένας καπνιστής το κάπνισμα, θα κινδυνεύει για πολλά χρόνια να εκδηλώσει τη νόσο. Έχει βρεθεί ότι οι πρώην καπνιστές έχουν διπλάσιο κίνδυνο καρκίνου της ουροδόχου κύστης σε σύγκριση με τα άτομα που δεν κάπνισαν ποτέ.
Στον γιατρό με το πρώτο σύμπτωμα
Τα καλά νέα είναι ότι ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης έχει υψηλό ποσοστό ιάσεως όταν γίνεται αντιληπτός νωρίς. Όταν, π.χ., εντοπίζεται στο πιο αρχικό στάδιο (επιφανειακό καρκίνωμα in situ ή όγκος που δεν φθάνει στον μυϊκό χιτώνα του οργάνου), το 90% των ασθενών ξεπερνούν το ορόσημο των 5 ετών από τη διάγνωση.
Όταν ο καρκίνος εισδύει στο τοίχωμα της κύστης το αντίστοιχο ποσοστό είναι 50%-70%. Και όταν είναι πιο προχωρημένος, η πρόγνωση είναι λιγότερο ευνοϊκή.
Είναι, επομένως, πολύ σημαντικό να συμβουλεύονται αμέσως τον γιατρό τους όσοι παρουσιάζουν ύποπτα συμπτώματα. Τα πρώιμα συμπτώματα φαίνονται στα ούρα. Έστω και λίγο αίμα να δει κάποιος στα ούρα του ή μια μικρή κοκκινωπή αλλαγή στο χρώμα τους πρέπει αμέσως να μιλήσει με τον ουρολόγο ιατρό.
«Το πιθανότερο είναι πως δεν πρόκειται για καρκίνο, γιατί είναι πολλές οι καταστάσεις που προκαλούν αιματουρία», διευκρινίζει ο καθηγητής. «Δεν πρέπει όμως να το διακινδυνεύσει. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο (αλλά όχι μόνο) σε όσους έχουν ηλικία άνω των 50-55 ετών, αφού τα εννέα στα δέκα περιστατικά είναι μεσήλικες και ηλικιωμένοι».
Όταν ο καρκίνος της κύστεως διαγνωσθεί σε αρχικό στάδιο, μπορεί να αφαιρεθεί με διουρηθρική εκτομή. Εάν είναι πιο προχωρημένος, μπορεί να χρειασθεί αφαίρεση της κύστεως ή/και ακτινοβολία. Μπορεί επίσης να χρειασθεί συστηματική θεραπεία, με χημειοθεραπεία, ανοσοθεραπεία ή/και στοχευμένες θεραπείες.
Αυξημένος κίνδυνος υποτροπής
Παρά τη μεγάλη πρόοδο στις θεραπείες, όμως, τα πιο προχωρημένα στάδια συχνά επηρεάζουν την ποιότητα ζωής. Επιπλέον είναι υψηλός ο κίνδυνος να επανεμφανισθεί η νόσος.
Τα ποσοστά υποτροπών κυμαίνονται από 50% έως 80% των περιπτώσεων, όταν ο καρκίνος έχει φθάσει στον μυϊκό χιτώνα του τοιχώματος της κύστης. Ωστόσο η υποτροπή δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι θα γίνει επικίνδυνος για τη ζωή, αρκεί να γίνει αντιληπτός εγκαίρως. Γι’ αυτό έχει μεγάλη σημασία η τακτική παρακολούθηση μετά την αρχική θεραπεία.
Ο κίνδυνος υποτροπής είναι μεγαλύτερος στους καπνιστές, ειδικά όταν συνεχίζουν το κάπνισμα μετά τη διάγνωση της νόσου, διότι μειώνει την αποτελεσματικότητα των θεραπειών. Επομένως το κάπνισμα καθιστά πιθανότερη την υποτροπή και τον κίνδυνο θανάτου από τη νόσο. Εξίσου σημαντικό, τέλος, είναι να μην εκτίθενται οι ασθενείς στον καπνό των τσιγάρων άλλων ατόμων (παθητικό κάπνισμα).
Φωτογραφία: iStock