Image default
Ορθοδοξία

Εκκλησία της Ελλάδος: 5 βασικές αλλαγές στα Ιδρύματα μετά τον ν. 5224/2025 – ΑΦΜ, περιουσία, συγχωνεύσεις



Το ακόλουθο άρθρο προέρχεται από τον ιστότοπο www.vimaorthodoxias.gr:

Εκκλησία της Ελλάδος: Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος αποστέλλει εγκύκλιο σημείωμα με στόχο να «κλειδώσει» την ενιαία εφαρμογή του νέου πλαισίου για τη σύσταση και λειτουργία εκκλησιαστικών ιδρυμάτων, μετά τη θέση σε ισχύ (5 Αυγούστου 2025) του άρθρου 36 του ν. 5224/2025.

Επιμέλεια – ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 

Η εγκύκλιος, που απευθύνεται στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών, στις Ιερές Μητροπόλεις, στις Συνοδικές Μονές και στους κεντρικούς φορείς (Αποστολική Διακονία, Διορθόδοξο Κέντρο), αποσαφηνίζει δύο κρίσιμες ζώνες: πώς ιδρύονται πλέον τα εκκλησιαστικά ιδρύματα και τι ισχύει αναδρομικά για όσα λειτουργούν ήδη.

Το πρώτο μεγάλο σημείο είναι ότι η Διαρκής Ιερά Σύνοδος (ΔΙΣ) αποκτά ξεκάθαρη αρμοδιότητα να συστήνει εκκλησιαστικά ιδρύματα είτε ως νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ), με νομική προσωπικότητα από τη δημοσίευση της πράξης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είτε ως εσωτερικές «υπηρεσίες» των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ). Έτσι, ένα ίδρυμα μπορεί πλέον να πάρει δύο διακριτές μορφές: αυτοτελές ΝΠΙΔ με δικό του ΑΦΜ και διαχείριση, ή δομή-υπηρεσία εντός Μητρόπολης/Μονής/Ενορίας χωρίς αυτοτέλεια.

Το δεύτερο σημείο αφορά το περιεχόμενο του Κανονισμού κάθε ιδρύματος: ρητή αναφορά σε επωνυμία, έδρα, σκοπό, το ΝΠΔΔ που επικουρεί, τη διοίκησή του, τους πόρους και τους κανόνες διαχείρισης, αλλά και τους όρους διάλυσης. Σε περίπτωση διάλυσης, η περιουσία περιέρχεται αυτοδικαίως στο εκκλησιαστικό ΝΠΔΔ που επικουρείται – αρχή που θωρακίζει τη συνέχεια του εκκλησιαστικού έργου.

Τρίτον, θεσμοθετείται «εργαλειοθήκη» αναδιάρθρωσης: συγχωνεύσεις, απορροφήσεις και αποσχίσεις περιουσίας μεταξύ ιδρυμάτων, με αποφάσεις της ΔΙΣ που επίσης δημοσιεύονται σε ΦΕΚ. Εδώ, ο συνταγματικός «κόφτης» του άρθρου 109 ενεργοποιείται όταν πρόκειται για περιουσίες αφιερωμένες με δωρεά ή διαθήκη σε συγκεκριμένο σκοπό: ο σκοπός αυτός δεν μεταβάλλεται, παρά μόνο υπό αυστηρές προϋποθέσεις της νομοθεσίας περί κοινωφελών.

Τέταρτον, για τη μεταβίβαση εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων, δεν απαιτούνται συμβολαιογραφικές πράξεις μεταβίβασης: συντάσσεται «έκθεση απογραφής» από τον οικείο Μητροπολίτη (ή άλλο αρμόδιο όργανο εποπτείας), η οποία έχει διαπιστωτικό χαρακτήρα και καταχωρίζεται στο Κτηματολόγιο χωρίς φόρους, τέλη και δικαιώματα. Η ρύθμιση επιταχύνει κρίσιμα την τακτοποίηση των τίτλων, σε ένα τοπίο όπου συχνά οι εκκλησιαστικές περιουσίες είναι πολυτεμαχισμένες.

Το πέμπτο –και πολιτικά ευαίσθητο– σημείο είναι η ρητή αναδρομική διευκρίνιση: τα προϋφιστάμενα εκκλησιαστικά ιδρύματα που είχαν συσταθεί ρητά ως «υπηρεσίες» Μητροπόλεων, Ενοριών κ.λπ., δενμετατράπηκαν ποτέ αυτοδικαίως σε ΝΠΙΔ με τον ν. 4235/2014. 

Παρέμειναν υπηρεσίες, άρα χωρίς ίδιο ΑΦΜ, χωρίς αυτοτελή δικοπρακτική ικανότητα και χωρίς ιδία μερίδα στο Κτηματολόγιο. Αντίθετα, ως ΝΠΙΔ αναγνωρίστηκαν μόνο όσα ιδρύματα των οποίων οι Κανονισμοί είτε προέβλεπαν ρητά μορφή ΝΠΙΔ είτε σιωπούσαν για τη νομική μορφή, υπό την προϋπόθεση ότι ρύθμιζαν τα οκτώ αναγκαία ζητήματα (επωνυμία, έδρα, σκοπό κ.ο.κ.).

Σε πρακτικό επίπεδο, οι Μητροπόλεις καλούνται να χαρτογραφήσουν εγκαίρως τα υπαγόμενα ιδρύματά τους: ποια λειτουργούν ως υπηρεσίες και ποια ως ΝΠΙΔ. Για τα πρώτα, όλες οι έννομες σχέσεις (συμβάσεις, ευθύνες, τυχόν δίκες) βαραίνουν το εποπτεύον ΝΠΔΔ. Για τα δεύτερα, απαιτείται αυστηρή συμμόρφωση με τους κανόνες διαχείρισης και δημοσιότητας (ΦΕΚ, τήρηση Κανονισμού), καθώς και προσοχή σε μελλοντικές αναδιαρθρώσεις, ώστε να μην πληγεί ο σκοπός των αφιερώσεων.

Σε επίπεδο διακυβέρνησης, η εγκύκλιος αναδεικνύει τη ΔΙΣ ως «κέντρο ελέγχου» της οργάνωσης και λειτουργίας των ιδρυμάτων, με αποφάσεις που αποκτούν ισχύ από τη δημοσίευση. Πρόκειται για μια κίνηση εξορθολογισμού που επιχειρεί να ενώσει νομικά «νησιά» διαφορετικών εποχών κάτω από ένα ενιαίο, λειτουργικό καθεστώς, μειώνοντας τα γκρίζα σημεία που σε παλαιότερες υποθέσεις οδήγησαν σε καθυστερήσεις ή δικαστικές εμπλοκές.

Το διακύβευμα είναι σαφές: θεσμική καθαρότητα, ταχύτερες διαδικασίες και σεβασμός στη βούληση δωρητών. Η Εκκλησία της Ελλάδος επιλέγει να προλάβει παρερμηνείες, δίνοντας γραμμή για το πώς στήνονται, ελέγχονται, συγχωνεύονται ή λύονται τα ιδρύματα – και κυρίως πώς προστατεύεται η εκκλησιαστική περιουσία και ο κοινωφελής σκοπός. Πεδίο εφαρμογής; Από μουσεία και προσκυνήματα, μέχρι ιδρύματα πρόνοιας και εκπαίδευσης, που αναφέρονται ρητά στο νέο πλαίσιο.

Για το επόμενο διάστημα, αναμένονται κινήσεις «νοικοκυρέματος» σε επίπεδο μητρόπολης-προς-μητρόπολη, με προτεραιότητα την καταγραφή ακινήτων, την αναθεώρηση Κανονισμών και –όπου χρειάζεται– εισηγήσεις προς τη ΔΙΣ για συγχωνεύσεις ή αποσχίσεις.

 Το σημείο επαφής πολιτείας και Εκκλησίας είναι σαφές και δημόσιο: οι πράξεις που ρυθμίζουν τα ιδρύματα θα περνούν από ΦΕΚ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για διαφάνεια και έλεγχο νομιμότητας.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Η ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ:

Κα­τό­πιν θέ­σε­ως εν ι­σχύ­ι στις 5.8.2025 του άρ­θρου 36 του ν. 5224/2025 (ΦΕΚ Α΄ 14/5.8.2025) με τί­τλο «Εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα – Τρο­πο­ποί­η­ση παρ. 2 και προ­σθή­κη παρ. 3 στο άρ­θρο 29 του ν. 590/1977» διά του πα­ρόν­τος Εγ­κυ­κλί­ου Ση­μει­ώ­μα­τος θέ­του­με σε γνώ­ση σας την νέ­α μορ­φή των δι­α­τά­ξε­ων του άρ­θρου 29 παρ. 2 του Κα­τα­στα­τι­κού Χάρ­τη της Εκ­κλη­σί­ας της Ελ­λά­δος (ν. 590/1977, Α΄ 146), κα­θώς και τις με­τα­βα­τι­κές ρυθ­μί­σεις του άρ­θρου 36 παρ. 2 του ν. 5224/ 2025 γι­ά τα προ­ϋ­φι­στά­με­να εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα.

Ι. Σύ­στα­ση εκ­κλη­σι­α­στι­κών ι­δρυ­μά­των.

Με τις δι­α­τά­ξεις του άρ­θρου 29 παρ. 2 του ν. 590/1977, ό­πως εί­χαν τρο­πο­ποι­η­θεί με το άρ­θρο 68 παρ. 1 υ­πο­παρ. 5.α του ν. 4235/2014 (ΦΕΚ Α΄ 32/11.2.2014), ε­πι­τρά­πη­κε ρη­τώς να συ­στή­νον­ται εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα με μορ­φή νο­μι­κού προ­σώ­που ι­δι­ω­τι­κού δι­καί­ου μη κερ­δο­σκο­πι­κού χα­ρα­κτή­ρα και προ­βλέ­φθη­καν τα ο­κτώ ζη­τή­μα­τα, που ο­φεί­λει να ρυθ­μί­ζει ο κα­νο­νι­σμός συ­στά­σε­ως του εκ­κλη­σι­α­στι­κού ι­δρύ­μα­τος («η ε­πω­νυ­μί­α, η έ­δρα, ο σκο­πός του και το εκ­κλη­σι­α­στι­κό νο­μι­κό πρό­σω­πο δη­μο­σί­ου δι­καί­ου που το εκ­κλη­σι­α­στι­κό ί­δρυ­μα ε­πι­κου­ρεί, η δι­οί­κη­σή του, οι πό­ροι και οι κα­νό­νες δι­α­χεί­ρι­σης της πε­ρι­ου­σί­ας του, κα­θώς και οι ό­ροι δι­ά­λυ­σής του»­).

Ο ανωτέρω νό­μος 4235/2014 (ΦΕΚ Α΄ 32/11.2.2014) προ­σθέ­το­ντας ε­δά­φι­α στην παρ. 2 του άρ­θρου 29 του ν. 590/1977 ε­πέ­τρε­ψε την σύ­στα­ση εκ­κλη­σι­α­στι­κών ι­δρυ­μά­των ως αυ­το­τε­λών νο­μι­κών προ­σώ­πων ι­δι­ω­τι­κού δι­καί­ου (μέ δι­κό τους ΑΦΜ, πε­ρι­ου­σί­α κ.λπ.) ξε­χω­ρι­στών σε σχέ­ση με τις Ι­ε­ρές Μη­τρο­πό­λεις. Ε­πί­σης με με­τα­βα­τι­κή δι­ά­τα­ξη του άρ­θρου 68 παρ. 1 υ­πο­παρ. 5.β ε­δαφίου πρώ­του του εν λόγω νόμου (βλ. κα­τω­τέ­ρω Ι­Ι) νο­μι­μο­ποί­η­σε τα μέ­χρι τό­τε εκ­κλ. ι­δρύ­μα­τα, που εί­χαν συ­στα­θεί ως νο­μι­κά πρό­σω­πα, ε­νώ μέ­χρι τό­τε δεν το προ­έ­βλε­πε ρη­τώς το άρ­θρο 29 παρ. 2 του ν. 590/1977.

Πλέ­ον με το άρ­θρο 36 παρ. 1 του ν. 5224/2025 τρο­πο­ποι­ή­θη­κε ό­πως κα­τω­τέ­ρω η πα­ρά­γρα­φος 2 του άρ­θρου 29 του ν. 590.1977 (υ­πο­γραμ­μί­ζον­ται οι με­τα­βο­λές που ε­πέ­φε­ρε το άρ­θρο 36 παρ. 1 του ν. 5224/2025):

«2. Τα της ορ­γα­νώ­σε­ως, της δι­οι­κή­σε­ως και της εν γέ­νει λει­τουρ­γί­ας των Μη­τρο­πό­λε­ων ρυθ­μί­ζον­ται δι’ α­πο­φά­σε­ων της Δ.Ι.Σ., δη­μο­σι­ευ­ο­μέ­νων δι­ά της Ε­φη­με­ρί­δος της Κυ­βερ­νή­σε­ως. Α­πο­φά­σεις ρυθ­μί­ζου­σαι ει­δι­κώς θέ­μα­τα ε­πί μέ­ρους Μη­τρο­πό­λε­ων εκ­δί­δον­ται κα­τά τα α­νω­τέ­ρω, τη προ­τά­σει του οι­κεί­ου Αρ­χι­ε­ρέ­ως. Η Δ.Ι.Σ. δύ­να­ται, κα­τό­πιν σχε­τι­κής προ­τά­σε­ως του ε­πι­χώ­ρι­ου Μη­τρο­πο­λί­τη, να συ­στή­νει με α­πο­φά­σεις της εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα γι­α την προ­α­γω­γή μη κερ­δο­σκο­πι­κών φι­λαν­θρω­πι­κών, μορ­φω­τι­κών, κοι­νω­νι­κών και πο­λι­τι­στι­κών σκο­πών, τα ο­ποί­α εί­τε α­πο­τε­λούν νο­μι­κά πρό­σω­πα ι­δι­ω­τι­κού δι­καί­ου και α­πο­κτούν νο­μι­κή προ­σω­πι­κό­τη­τα α­πό της δη­μο­σι­εύ­σε­ως της α­πό­φα­σης στην Ε­φη­με­ρί­δα της Κυ­βερ­νή­σε­ως εί­τε λει­τουρ­γούν ως υ­πη­ρε­σί­ες των εκ­κλη­σι­α­στι­κών νο­μι­κών προ­σώ­πων δη­μο­σί­ου δι­καί­ου. Με την α­πό­φα­ση αυ­τή εγ­κρί­νε­ται ο Κα­νο­νι­σμός του εκ­κλη­σι­α­στι­κού ι­δρύ­μα­τος, ο ο­ποί­ος πε­ρι­έ­χει τους εν γέ­νει κα­νό­νες λει­τουρ­γί­ας και δι­α­χεί­ρι­σής του, με τους ο­ποί­ους κα­θο­ρί­ζε­ται ο­πωσ­δή­πο­τε η ε­πω­νυ­μί­α, η έ­δρα, ο σκο­πός του και το εκ­κλη­σι­α­στι­κό νο­μι­κό πρό­σω­πο δη­μο­σί­ου δι­καί­ου που το εκ­κλη­σι­α­στι­κό ί­δρυ­μα ε­πι­κου­ρεί, η δι­οί­κη­σή του, οι πό­ροι και οι κα­νό­νες δι­α­χεί­ρι­σης της πε­ρι­ου­σί­ας του, κα­θώς και οι ό­ροι δι­ά­λυ­σής του. Σε πε­ρί­πτω­ση δι­ά­λυ­σης του εκ­κλη­σι­α­στι­κού ι­δρύ­μα­τος, η πε­ρι­ου­σί­α του πε­ρι­έρ­χε­ται αυ­το­δι­καί­ως στο εκ­κλη­σι­α­στι­κό νο­μι­κό πρό­σω­πο δη­μο­σί­ου δι­καί­ου, τους σκο­πούς του ο­ποί­ου ε­πι­κου­ρεί. Εκ­κλη­σι­α­στι­κό ί­δρυ­μα που συ­στή­θη­κε γι­α τη θε­ρα­πεί­α ο­ρι­σμέ­νου σκο­πού και δι­α­χει­ρί­ζε­ται πε­ρι­ου­σί­α, η ο­ποί­α δι­α­τέ­θη­κε εν ζω­ή η αι­τί­α θα­νά­του σε νο­μι­κό πρό­σω­πο του άρ­θρου 1 παρ. 4 ει­δι­κά γι­α αυ­τόν τον σκο­πό, δεν με­τα­βάλ­λει τον σκο­πό του, ει μη μό­νον υ­πό τους ό­ρους του άρ­θρου 109 του Συν­τάγ­μα­τος και της κεί­με­νης νο­μο­θε­σί­ας γι­α τα κοι­νω­φε­λή ι­δρύ­μα­τα, α­να­λό­γως ε­φαρ­μο­ζό­με­νης στην πε­ρί­πτω­ση αυ­τή στα εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα. Η πα­ρού­σα πα­ρά­γρα­φος ε­φαρ­μό­ζε­ται α­να­λό­γως στα εκ­κλη­σι­α­στι­κά Μου­σεί­α της παρ. 5 του άρ­θρου 45 και στα Ι­ε­ρά Προ­σκυ­νή­μα­τα της παρ. 1 του άρ­θρου 59.

3. Με α­πό­φα­ση της Δ.Ι.Σ., που δη­μο­σι­εύ­ε­ται στην Ε­φη­με­ρί­δα της Κυ­βερ­νή­σε­ως, τα εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα της παρ. 2 δύ­να­ται να συγ­χω­νεύ­ον­ται σε νέ­ο εκ­κλη­σι­α­στι­κό ί­δρυ­μα η να α­πορ­ρο­φών­ται α­πό άλ­λα εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα. Με ό­μοι­α α­πό­φα­ση δύ­να­ται να δι­ε­νερ­γούν­ται η α­πό­σχι­ση πε­ρι­ου­σί­ας των εκ­κλη­σι­α­στι­κών ι­δρυ­μά­των της παρ. 2 και η υ­πα­γω­γή της σε άλ­λα εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα. Η συγ­χώ­νευ­ση, α­πορ­ρό­φη­ση η α­πό­σχι­ση του πρώ­του και δευ­τέ­ρου ε­δα­φί­ου τε­λούν υ­πό την ε­πι­φύ­λα­ξη τή­ρη­σης του άρ­θρου 109 του Συν­τάγ­μα­τος γι­α ό­σες πε­ρι­ου­σί­ες εκ­κλη­σι­α­στι­κών ι­δρυ­μά­των προ­έρ­χον­ται α­πό δω­ρε­ά η δι­α­θή­κη και έ­χουν α­φι­ε­ρω­θεί γι­α ο­ρι­σμέ­νο σκο­πό. Α­πό τη δη­μο­σί­ευ­ση των α­πο­φά­σε­ων του πρώ­του και δεύ­τε­ρου ε­δα­φί­ου στην Ε­φη­με­ρί­δα της Κυ­βερ­νή­σε­ως, στις κά­θε εί­δους έν­νο­μες σχέ­σεις των συγ­χω­νευ­ό­με­νων η α­πορ­ρο­φώ­με­νων ι­δρυ­μά­των η των ι­δρυ­μά­των ε­κεί­νων α­πό τα ο­ποί­α α­πο­σπά­ται πε­ρι­ου­σί­α, ως προς τις έν­νο­μες σχέ­σεις τους που α­πορ­ρέ­ουν α­πό την α­πο­σχι­ζό­με­νη πε­ρι­ου­σί­α υ­πει­σέρ­χον­ται αυ­το­δι­καί­ως ως οι­ο­νεί κα­θο­λι­κοί δι­ά­δο­χοι τα δι­ά­δο­χα εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα και στα δι­ά­δο­χα ι­δρύ­μα­τα με­τα­βι­βά­ζε­ται αυ­το­δι­καί­ως η κυ­ρι­ό­τη­τα του συ­νό­λου της πε­ρι­ου­σί­ας των συγ­χω­νευ­ό­με­νων η α­πο­σπώ­με­νων ι­δρυ­μά­των η της α­πο­σπώ­με­νης πε­ρι­ου­σί­ας, χω­ρίς άλ­λη πρά­ξη η συμ­βό­λαι­ο η αν­τάλ­λαγ­μα. Γι­α τη δι­α­πί­στω­ση της με­τα­βί­βα­σης εμ­πραγ­μά­των δι­και­ω­μά­των ε­πί α­κι­νή­των α­πό τα συγ­χω­νευ­ό­με­να, α­πορ­ρο­φώ­με­να ι­δρύ­μα­τα και τα ι­δρύ­μα­τα α­πό τα ο­ποί­α α­πο­σπά­ται πε­ρι­ου­σί­α προς τα δι­ά­δο­χα ι­δρύ­μα­τα, ο ε­πι­χώ­ρι­ος Μη­τρο­πο­λί­της υ­πο­χρε­ού­ται σε σύν­τα­ξη έκ­θε­σης α­πο­γρα­φής, η ο­ποί­α πε­ρι­βάλ­λε­ται τον συμ­βο­λαι­ο­γρα­φι­κό τύ­πο, πε­ρι­γρά­φει τα ως ά­νω εμ­πράγ­μα­τα δι­και­ώ­μα­τα που πε­ρι­έρ­χον­ται στο κα­τά πε­ρί­πτω­ση δι­ά­δο­χο ί­δρυ­μα και μα­ζί με την πε­ρί­λη­ψή της κα­τα­χω­ρί­ζε­ται στα οι­κεί­α βι­βλί­α του Ελ­λη­νι­κού Κτη­μα­το­λο­γί­ου. Οι εκ­θέ­σεις α­πο­γρα­φής του προ­η­γού­με­νου ε­δα­φί­ου δεν α­πο­τε­λούν με­τα­βι­βα­στι­κές εμ­πραγ­μά­των δι­και­ω­μά­των πρά­ξεις. Συν­τάσ­σον­ται και κα­τα­χω­ρί­ζον­ται χω­ρίς φό­ρους, ει­σφο­ρές, α­μοι­βές, δι­και­ώ­μα­τα και τέ­λη.»

Με τις α­νω­τέ­ρω νέ­ες δι­α­τά­ξεις του άρ­θρου 36 παρ. 1 του ν. 5224/2025 ε­πι­τρέ­πε­ται η δυ­να­τό­τη­τα να συ­στή­νον­ται εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα ό­χι ως αυ­το­τε­λή νο­μι­κά πρό­σω­πα, αλ­λά ως υ­πη­ρε­σί­ες των εκ­κλη­σι­α­στι­κών νο­μι­κών προ­σώ­πων δη­μο­σί­ου δι­καί­ου, και να μην έχουν ξε­χω­ρι­στή νο­μι­κή προ­σω­πι­κό­τη­τα.

Μέ­χρι σή­με­ρα συ­στή­νον­ταν εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα με μορ­φή υ­πη­ρε­σί­ας, ω­στό­σο το άρ­θρο 29 παρ. 2 του ν. 590/1977 δεν πε­ρι­εί­χε ει­δι­κή μνεί­α αυ­τής της δυ­να­τό­τη­τας και η σύ­στα­ση υ­πη­ρε­σί­ας συ­να­γό­ταν σι­ω­πη­ρώς α­πό το πρώ­το ε­δά­φι­ο της παρ. 2 του άρ­θρου 29 ως ζή­τη­μα ορ­γα­νώ­σε­ως της οι­κεί­ας Μη­τρο­πό­λε­ως («2. Τα της ορ­γα­νώ­σε­ως, της δι­οι­κή­σε­ως και της εν γέ­νει λει­τουρ­γί­ας των Μη­τρο­πό­λε­ων ρυθ­μί­ζον­ται δι’ α­πο­φά­σε­ων της Δ.Ι.Σ., δη­μο­σι­ευ­ο­μέ­νων δι­ά της Ε­φη­με­ρί­δος της Κυ­βερ­νή­σε­ως»­).

Δεύ­τε­ρον, οι νέ­ες δι­α­τά­ξεις της παρ. 2 του άρ­θρου 29 του ν. 590/1977 α­να­φέ­ρουν ό­τι ε­πι­τρέ­πε­ται σε ό­λα τα νο­μι­κά πρό­σω­πα δη­μο­σί­ου δι­καί­ου (ΝΠΔΔ), και ό­χι μό­νο στις Ι­ε­ρές Μη­τρο­πό­λεις, να συ­στή­νουν θυ­γα­τρι­κά εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα (ως θυ­γα­τρι­κά νο­μι­κά πρό­σω­πα η ως υ­πη­ρε­σί­ες τους), ή­τοι στην Εκ­κλη­σί­α της Ελ­λά­δος, τις Ιε­ρές Μο­νές, τις Ε­νο­ρί­ες, την Α­πο­στο­λι­κή Δι­α­κο­νί­α της Εκ­κλη­σί­ας της Ελ­λά­δος και το Δι­ορ­θό­δο­ξο Κέν­τρο της Εκ­κλη­σί­ας της Ελ­λά­δος.

Βε­βαί­ως, η σύ­στα­ση ι­δρύ­μα­τος με μορ­φή υ­πη­ρε­σί­ας ΝΠΔΔ ση­μαί­νει ό­τι η υ­πη­ρε­σί­α αυ­τή δεν εί­ναι υ­πο­κεί­με­νο δι­και­ω­μά­των και υπο­χρε­ώ­σε­ων. Ε­πο­μέ­νως δεν μπο­ρεί να λαμ­βά­νει δι­κό του ΑΦΜ, δεν μπο­ρεί να έ­χει με­ρί­δα δι­και­ού­χου στο Ελ­λη­νι­κό Κτη­μα­το­λό­γι­ο, δεν πα­ρί­στα­ται στα δι­κα­στή­ρι­α σε έν­δι­κες δι­α­φο­ρές που α­φο­ρούν την λει­τουρ­γί­α του, αλ­λά υ­πο­κεί­με­νο ό­λων των εν­νό­μων σχέ­σε­ων που συν­δέ­ον­ται με την λει­τουρ­γί­α του εί­ναι το οι­κεί­ο ΝΠΔΔ, του οποί­ου το ί­δρυ­μα α­πο­τε­λεί υ­πη­ρε­σί­α.

Τρί­τον, οι νέ­ες δι­α­τά­ξεις θε­σπί­ζουν δυ­να­τό­τη­τες εί­τε συγ­χω­νεύ­σε­ως εκ­κλη­σι­α­στι­κού ι­δρύ­μα­τος σε νέ­ο εκ­κλη­σι­α­στι­κό ί­δρυ­μα εί­τε α­πορ­ρο­φή­σε­ως εκ­κλη­σι­α­στι­κού ι­δρύ­μα­τος α­πό άλ­λο υ­φι­στά­με­νο εκ­κλη­σι­α­στι­κό ί­δρυ­μα εί­τε α­πο­σχί­σε­ως πε­ρι­ου­σί­ας εκ­κλη­σι­α­στι­κού ι­δρύ­μα­τος και με­τα­φο­ράς της πε­ρι­ου­σί­ας σε άλ­λο εκ­κλη­σι­α­στι­κό ίδρυ­μα. Οι πα­ρα­πά­νω κα­τα­στα­τι­κές με­τα­βο­λές ι­δρυ­μά­των γί­νον­ται με Κα­νο­νι­σμό της Δι­αρ­κούς Ι­ε­ράς Συ­νό­δου (ΔΙΣ) με­τά α­πό σχε­τι­κή ει­σή­γη­ση του σχε­δί­ου κα­νο­νι­σμού εί­τε α­πό τον ε­πι­χώ­ρι­ο Μη­τρο­πο­λί­τη προς την ΔΙΣ εί­τε α­πό έ­τε­ρο αρ­μό­δι­ο όρ­γα­νο προς την ΔΙΣ (π.χ. γι­ά ίδρυ­μα της Εκ­κλη­σί­ας της Ελ­λά­δος η Ε­ΚΥ­Ο). Ο­πωσ­δή­πο­τε σε πε­ρί­πτω­ση που οι πε­ρι­ου­σί­ες που α­νή­κουν στα με­τα­τρε­πό­με­να εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα προ­έρ­χον­ται α­πό δι­α­θή­κη η δω­ρε­ά και έ­χουν α­φι­ε­ρω­θεί γι­ά ο­ρι­σμέ­νο κοινωφελή σκο­πό πρέ­πει στον νέ­ο κα­νο­νι­σμό α­πορ­ρο­φή­σε­ως, συγ­χω­νεύ­σε­ως η α­πο­σχί­σε­ως πε­ρι­ου­σί­ας να ε­πα­να­λαμ­βά­νε­ται ο σκο­πός α­φι­ε­ρώ­σε­ως της πε­ρι­ου­σί­ας, που α­νέ­φε­ρε η οι­κεί­α δι­α­θή­κη η δω­ρε­ά, ό­πως ε­πι­βάλ­λει το άρ­θρο 109 του Συν­τάγ­μα­τος.

Η α­πορ­ρό­φη­ση η συγ­χώ­νευ­ση εκ­κλη­σι­α­στι­κού ι­δρύ­μα­τος και η α­πό­σχι­ση και η υ­πα­γω­γή πε­ρι­ου­σί­ας εκ­κλη­σι­α­στι­κού ι­δρύ­μα­τος σε άλ­λο εκ­κλη­σι­α­στι­κό ί­δρυ­μα θε­ω­ρεί­ται ό­τι έ­χει ε­πέλ­θει α­πό τη δη­μο­σί­ευ­ση του Κα­νο­νι­σμού της ΔΙΣ στην Ε­φη­με­ρί­δα της Κυ­βερ­νή­σε­ως. Α­πό τη δη­μο­σί­ευ­ση σε ΦΕΚ του τρο­πο­ποι­η­τι­κού Κα­νο­νι­σμού υπει­σέρ­χον­ται αυ­το­δι­καί­ως στις οι­κεί­ες έν­νο­μες σχέ­σεις που α­φο­ρούν τις με­τα­φε­ρό­με­νες πε­ρι­ου­σί­ες ως οι­ο­νεί κα­θο­λι­κοί δι­ά­δο­χοι τα δι­ά­δο­χα εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα και σε αυ­τά τα ι­δρύ­μα­τα με­τα­βι­βά­ζε­ται αυ­το­δι­καί­ως η κυ­ρι­ό­τη­τα του συ­νό­λου της πε­ρι­ου­σί­ας των συγ­χω­νευ­ό­με­νων η α­πο­σπώ­με­νων ι­δρυ­μά­των η της αποσχιζόμενης πε­ρι­ου­σί­ας κατά περίπτωση, χω­ρίς άλ­λη πρά­ξη η συμ­βό­λαι­ο η αν­τάλ­λαγ­μα.

Πρέ­πει ό­μως να συν­τάσ­σε­ται σε συμ­βο­λαι­ο­γρά­φο και να υ­πο­γρά­φε­ται α­πό τον ε­πι­χώ­ρι­ο Μη­τρο­πο­λί­τη (ή το κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο εποπτείας για ιδρύματα μη εποπτευόμενα από Ι. Μητροπόλεις π.χ. της Αποστολικής Διακονίας) έκ­θε­ση α­πο­γρα­φής που έχει δι­α­πι­στω­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα γι­ά τις πα­ρα­πά­νω με­τα­βο­λές ό­ταν αυτές αφο­ρούν α­κί­νη­τα των με­τα­τρε­πό­με­νων ι­δρυ­μά­των. Η έκ­θε­ση α­πο­γρα­φής κα­τα­γρά­φει τα με­τα­βι­βα­ζό­με­να εμ­πράγ­μα­τα δι­και­ώ­μα­τα επί α­κι­νή­του με­τα­ξύ των συγ­χω­νευ­ό­με­νων, α­πορ­ρο­φώ­με­νων ι­δρυ­μά­των, των ι­δρυ­μά­των α­πό τα ο­ποί­α α­πο­σπά­ται πε­ρι­ου­σί­α α­φ’ ε­νός και των δι­α­δό­χων εκ­κλη­σι­α­στι­κών ι­δρυ­μά­των α­φ’ ε­τέ­ρου. Η έκ­θε­ση α­πο­γρα­φής πε­ρι­γρά­φει τα εμ­πράγ­μα­τα δι­και­ώ­μα­τα ε­πί των α­κι­νή­των που πε­ρι­έρ­χον­ται στο κα­τά πε­ρί­πτω­ση δι­ά­δο­χο ί­δρυ­μα και η πε­ρί­λη­ψή της κα­τα­χω­ρί­ζε­ται στα οι­κεί­α βι­βλί­α του Ελ­λη­νι­κού Κτη­μα­το­λο­γί­ου. Οι εκ­θέ­σεις α­πο­γρα­φής δεν α­πο­τε­λούν πρά­ξεις με­τα­βι­βα­στι­κές εμ­πραγ­μά­των δι­και­ω­μά­των, συ­νε­πώς δεν α­παι­τούν­ται γι­ά την σύν­τα­ξή τους τα πι­στο­ποι­η­τι­κά που προ­βλέ­πον­ται γι­ά τις με­τα­βι­βά­σεις α­κι­νή­των. Ε­πί­σης οι εκ­θέ­σεις α­πο­γρα­φής συ­ντάσ­σον­ται α­πό τον συμ­βο­λαι­ο­γρά­φο και κα­τα­χω­ρί­ζον­ται στο Ελ­λη­νι­κό Κτη­μα­το­λό­γι­ο χω­ρίς φό­ρους, ει­σφο­ρές, α­μοι­βές, δι­και­ώ­μα­τα και τέ­λη.

Ι­Ι. Προ­ϋ­φι­στά­με­να εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα – υ­πη­ρε­σί­ες.

Με την με­τα­βα­τι­κή δι­ά­τα­ξη του άρ­θρου 36 παρ. 2 του ν. 5224/2025 προ­βλέ­φθη­κε ό­τι:

«2. Α­πό την έ­ναρ­ξη ι­σχύ­ος του πρώ­του ε­δα­φί­ου της περ. β. της υ­πο­παρ. 5 της παρ. 1 του άρ­θρου 68 του ν. 4235/2014 (Α­’ 32), τα εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα, των ο­ποί­ων ο κα­νο­νι­σμός σύ­στα­σης προ­έ­βλε­πε ό­τι συ­στά­θη­καν ως υ­πη­ρε­σί­ες εκ­κλη­σι­α­στι­κών νο­μι­κών προ­σώ­πων δη­μο­σί­ου δι­καί­ου της παρ. 4 του άρ­θρου 1 του ν. 590/1977 (Α­’ 146) δεν με­τα­τρά­πη­καν αυ­το­δι­καί­ως και α­να­δρο­μι­κώς σε νο­μι­κά πρό­σω­πα ι­δι­ω­τι­κού δι­καί­ου».

Η πα­ρα­πά­νω δι­ά­τα­ξη έ­χει α­να­δρο­μι­κή ι­σχύ, α­να­τρέ­χει στην έ­ναρ­ξη ι­σχύ­ος του νό­μου 4235/2014, ή­τοι στις 11.2.2014 (η­με­ρο­μη­νί­α δη­μο­σι­εύ­σε­ως του ν. 4235/2014 στο ΦΕΚ).

Η δι­ά­τα­ξη κρί­θη­κε α­πα­ραί­τη­τη, ώ­στε να δι­ευ­κρι­νί­σει ό­τι ο ν. 4235/2014, ο ο­ποί­ος (μέ το άρ­θρο 68 παρ. 1 υ­πο­παρ. 5.β. ε­δά­φι­ο πρώ­το) α­νε­γνώ­ρι­σε αυ­το­δι­καί­ως ως νο­μι­κά πρό­σω­πα ι­δι­ω­τι­κού δι­καί­ου τα τό­τε (11.2.2014) υφιστάμενα εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα, των ο­ποί­ων ο Κα­νο­νι­σμός ρύθ­μι­ζε τα α­νω­τέ­ρω ο­κτώ ζη­τή­μα­τα, δεν εί­χε το νό­η­μα ό­τι με­τα­τρέ­πει σε νο­μι­κά πρό­σω­πα τα πα­ρα­πά­νω ι­δρύ­μα­τα, στην πε­ρί­πτω­ση που ο σχετικός Κα­νο­νι­σμός τα εί­χε συ­στή­σει ρη­τώς ως υ­πη­ρε­σί­ες των Ι­ε­ρών Μη­τρο­πό­λε­ων (συ­νή­θως με τον ό­ρο «ε­ξηρ­τη­μέ­νη υ­πη­ρε­σί­α αυ­το­τε­λούς δι­α­χει­ρί­σε­ως και μη κερ­δο­σκο­πι­κού χα­ρα­κτή­ρος»­).

Το ε­πί­μα­χο άρ­θρο 68 παρ. 1 υ­πο­παρ. 5.β ε­δά­φι­ο πρώ­το του ν. 4235/2014 (ΦΕΚ Α΄ 32./11.2.2014) προ­έ­βλε­ψε ό­τι:

«β) Η ι­σχύς της προ­η­γού­με­νης ρύθ­μι­σης γι­α τα προ­ϋ­φι­στά­με­να του πα­ρόν­τος εκ­κλη­σι­α­στι­κά Ι­δρύ­μα­τα α­να­τρέ­χει στο χρό­νο δη­μο­σί­ευ­σης κά­θε Κα­νο­νι­σμού στην Ε­φη­με­ρί­δα της Κυ­βερ­νή­σε­ως, α­πό τον οποί­ο χρό­νο θε­ω­ρεί­ται ό­τι αυ­τά έ­χουν α­πο­κτή­σει νο­μι­κή προ­σω­πι­κό­τη­τα».

Πλέον με βά­ση την νέ­α α­να­δρο­μι­κή δι­ά­τα­ξη του άρ­θρου 36 παρ. 2 του ν. 5224/2025, ο­ρί­ζε­ται ό­τι α­πό την έ­ναρ­ξη ι­σχύ­ος του (11.2.2014) το παραπάνω άρ­θρο 68 παρ. 1 υ­πο­παρ. 5.β ε­δά­φι­ο πρώ­το του ν. 4235/2014 α­νε­γνώ­ρι­σε ως νο­μι­κά πρό­σω­πα ι­δι­ω­τι­κού δι­καί­ου μό­νον ε­κεί­να τα εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα, των ο­ποί­ων οι Κα­νο­νι­σμοί συ­στά­σε­ως ρύθ­μι­ζαν τα α­νω­τέ­ρω ο­κτώ ζη­τή­μα­τα και ε­πι­πλέ­ον: α) ο οι­κεί­ος Κα­νο­νι­σμός συ­στά­σε­ως α­νέ­φε­ρε ό­τι συ­στή­νον­ται ως νο­μι­κά πρό­σω­πα ι­δι­ω­τι­κού δι­καί­ου, β) ο Κα­νο­νι­σμός συ­στά­σε­ως σιω­πού­σε ως προς την νο­μι­κή μορ­φή τους.

Αν­τι­θέ­τως, όσα εκ­κλη­σι­α­στι­κά ι­δρύ­μα­τα, κα­τά τον Κα­νο­νι­σμό τους, συ­στά­θη­καν έως τις 11.2.2014 ρη­τώς ως υ­πη­ρε­σί­ες των Ι­ε­ρών Μη­τρο­πό­λε­ων, Ενο­ρι­ών κ.λπ., πα­ρέ­μει­ναν υ­πη­ρε­σί­ες και με­τά τον νό­μο 4235/2014 και δεν με­τέ­βα­λαν πο­τέ νο­μι­κή μορ­φή με­τα­τρε­πό­με­να σε νο­μι­κά πρό­σω­πα ι­δι­ω­τι­κού δι­καί­ου. Συ­νε­πώς, πα­ρα­μέ­νουν οι οι­κεί­ες Ι­ε­ρές Μη­τρο­πό­λεις, Ε­νο­ρί­ες κ.λπ. υ­πο­κεί­με­να των εν­νό­μων δι­και­ω­μά­των και υ­πο­χρε­ώ­σε­ων που α­πορ­ρέ­ουν α­πό την λει­τουρ­γί­α των ι­δρυ­μά­των – υ­πη­ρε­σι­ών και πα­ρα­μέ­νουν και υ­πο­κεί­με­να σε τυ­χόν δί­κες που α­φο­ρούν την λει­τουρ­γί­α τους.

Το άρθρο Εκκλησία της Ελλάδος: 5 βασικές αλλαγές στα Ιδρύματα μετά τον ν. 5224/2025 – ΑΦΜ, περιουσία, συγχωνεύσεις δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο www.vimaorthodoxias.gr από τον Newsroom. Η πλειοψηφία των κειμένων αποτελεί πρωτογενές περιεχόμενο ή φέρει επιμέλεια από τη συντακτική ομάδα. © Όλα τα δικαιώματα διατηρούνται.



ΠΗΓΗ

Related posts

Ο Μητροπολίτης Δημητριάδος για την Κυριακή Θ΄ Ματθαίου (ΒΙΝΤΕΟ)

admin

Σε Άρχοντα Καστρίνσιο χειροθέτησε τον Παναγιώτη Ξενοκώστα ο Οικουμενικός Πατριάρχης

admin

16 Αυγούστου – Γιορτή σήμερα: Άγιος Διομήδης

admin

Αφήστε ένα σχόλιο