Image default
Υγεία

Οι άυπνες νύχτες μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο άνοιας κατά 40%, αποκαλύπτει η Mayo Clinic


Η χρόνια αϋπνία δεν επηρεάζει μόνο την καθημερινότητα, αλλά μπορεί να επιταχύνει και τη γήρανση του εγκεφάλου.

Μεγάλη μελέτη της Mayo Clinic διαπίστωσε ότι τα άτομα με μακροχρόνια προβλήματα ύπνου είχαν 40% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν άνοια ή γνωστική δυσλειτουργία, με τομογραφίες εγκεφάλου να δείχνουν αλλαγές που συνδέονται με την νόσο του Αλτσχάιμερ.

Τα άτομα με χρόνια αϋπνία ενδέχεται να παρουσιάσουν ταχύτερη έκπτωση της μνήμης και των νοητικών ικανοτήτων καθώς γερνούν – μαζί με αλλαγές στον εγκέφαλο που είναι ορατές σε απεικονιστικές εξετάσεις – σε σύγκριση με άτομα που δεν πάσχουν από χρόνια αϋπνία, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο τεύχος της 10ης Σεπτεμβρίου 2025 του Neurology, του ιατρικού περιοδικού της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας.

Η μελέτη διαπίστωσε ότι τα άτομα με χρόνια αϋπνία – προβλήματα ύπνου τουλάχιστον τρεις ημέρες την εβδομάδα για τρεις μήνες ή περισσότερο – είχαν 40% υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν ήπια γνωστική δυσλειτουργία ή άνοια σε σύγκριση με τα άτομα χωρίς αϋπνία, κάτι που ισοδυναμεί με 3,5 επιπλέον χρόνια γήρανσης. Η μελέτη δεν αποδεικνύει ότι η αϋπνία προκαλεί γήρανση του εγκεφάλου, αλλά δείχνει μόνο μια συσχέτιση.

«Η αϋπνία δεν επηρεάζει μόνο το πώς αισθάνεστε την επόμενη μέρα – μπορεί επίσης να επηρεάσει την υγεία του εγκεφάλου σας με την πάροδο του χρόνου», ανέφερε ο συγγραφέας της μελέτης Diego Z. Carvalho, MD, της Mayo Clinic στο Ρότσεστερ της Μινεσότα και μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας. «Παρατηρήσαμε ταχύτερη μείωση των νοητικών ικανοτήτων και αλλαγές στον εγκέφαλο που υποδηλώνουν ότι η χρόνια αϋπνία μπορεί να αποτελεί πρόωρο προειδοποιητικό σημάδι ή ακόμη και παράγοντα που συμβάλλει σε μελλοντικά γνωστικά προβλήματα», πρόσθεσε.

Η μελέτη παρακολούθησε μια ομάδα γνωστικά υγιών ηλικιωμένων ενηλίκων – 2.750 άτομα με μέσο όρο ηλικίας 70 ετών – για μέσο όρο 5,6 χρόνια. Από τους συμμετέχοντες, το 16% είχε χρόνια αϋπνία.

Στην αρχή της μελέτης, ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να απαντήσουν εάν είχαν κοιμηθεί περισσότερο ή λιγότερο από το συνηθισμένο κατά τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Επίσης, υποβλήθηκαν σε ετήσιες δοκιμασίες σκέψης και μνήμης, ενώ ορισμένοι υποβλήθηκαν σε εγκεφαλικές τομογραφίες για την ανίχνευση υπερεντάσεων λευκής ουσίας – περιοχές όπου η νόσος των μικρών αγγείων μπορεί να έχει βλάψει τον εγκεφαλικό ιστό – και αμυλοειδών πλακών, μιας πρωτεΐνης που μπορεί να συσσωρευτεί και συνδέεται με τη νόσο του Αλτσχάιμερ.

Κατά τη διάρκεια της μελέτης, το 14% των ατόμων με χρόνια αϋπνία ανέπτυξαν ήπια γνωστική δυσλειτουργία ή άνοια, σε σύγκριση με το 10% εκείνων που δεν είχαν αϋπνία.

Αφού έλαβαν υπόψη παράγοντες όπως η ηλικία, η υψηλή αρτηριακή πίεση, η χρήση υπνωτικών φαρμάκων και η διάγνωση άπνοιας ύπνου, διαπίστωσαν ότι τα άτομα με αϋπνία είχαν 40% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν ήπια γνωστική δυσλειτουργία ή άνοια σε σύγκριση με τα άτομα χωρίς αϋπνία. Επίσης, παρουσίασαν ταχύτερη πτώση στις δοκιμασίες που μέτρησαν διάφορες νοητικές δεξιότητες.

Μεταξύ των ατόμων με αϋπνία, οι ερευνητές προσδιόρισαν τον τύπο: εκείνοι που κοιμόντουσαν λιγότερο από το συνηθισμένο τις τελευταίες δύο εβδομάδες ή εκείνοι που κοιμόντουσαν περισσότερο από το συνηθισμένο τις τελευταίες δύο εβδομάδες.

Τα άτομα που ανέφεραν ότι κοιμόντουσαν λιγότερο από το συνηθισμένο είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να έχουν χαμηλότερες βαθμολογίες στις γνωστικές δοκιμασίες στην αρχή της μελέτης, συγκρίσιμες με αυτές ατόμων τεσσάρων ετών μεγαλύτερων. Είχαν επίσης περισσότερες υπερεντάσεις λευκής ουσίας και αμυλοειδείς πλάκες. Για το αμυλοειδές, το αποτέλεσμα ήταν παρόμοιο με αυτό που παρατηρείται σε άτομα με το γονίδιο APOE ε4, έναν γνωστό γενετικό παράγοντα κινδύνου.

Στον αντίποδα, τα άτομα που ανέφεραν ότι κοιμόντουσαν περισσότερο από το συνηθισμένο, ήταν πιο πιθανό να έχουν λιγότερες υπερεντάσεις λευκής ουσίας στην αρχή της μελέτης.

Ορισμένες ομάδες ήταν ιδιαίτερα ευάλωτες. Οι συμμετέχοντες που φέρουν το γονίδιο APOE ε4 – το οποίο συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο Αλτσχάιμερ – παρουσίασαν πιο απότομη μείωση της μνήμης και των νοητικών ικανοτήτων.

«Τα αποτελέσματά μας υποδηλώνουν ότι η αϋπνία μπορεί να επηρεάσει τον εγκέφαλο με διαφορετικούς τρόπους, που δεν αφορούν μόνο τις αμυλοειδείς πλάκες, αλλά και τα μικρά αγγεία που τροφοδοτούν τον εγκέφαλο με αίμα», ανέφερε ο Carvalho. «Αυτό ενισχύει τη σημασία της θεραπείας της χρόνιας αϋπνίας – όχι μόνο για τη βελτίωση της ποιότητας του ύπνου, αλλά και για την προστασία της υγείας του εγκεφάλου καθώς γερνάμε. Τα αποτελέσματά μας προστίθενται επίσης σε ένα αυξανόμενο σώμα αποδεικτικών στοιχείων ότι ο ύπνος δεν αφορά μόνο την ανάπαυση, αλλά και την ανθεκτικότητα του εγκεφάλου».

Ένας περιορισμός της μελέτης ήταν ότι οι διαγνώσεις αϋπνίας προήλθαν από ιατρικά αρχεία, τα οποία δεν καταγράφουν τις μη διαγνωσμένες περιπτώσεις ούτε αντικατοπτρίζουν τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων.

Φωτογραφία: iStock



ΠΗΓΗ

Related posts

Ιατρικό λάθος πίσω από τον θάνατο τον Χαλκ Χόγκαν; Καταγγελίες ότι του έκοψαν το φρενικό νεύρο

admin

Σύγχρονη λύση για πολύπλοκα προβλήματα

admin

Πέθανε νεαρός άνδρας στην Ολλανδία

admin

Αφήστε ένα σχόλιο