Ομάδα γεωλόγων και βιολόγων από το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, σε συνεργασία με άλλες αμερικανικές ερευνητικές ομάδες, κατάφερε να επαναφέρει στη ζωή αρχαίους μικροοργανισμούς που είχαν εγκλωβιστεί στον Αρκτικό πάγο για έως και 40.000 χρόνια. Τα βακτήρια αυτά μπορούν να επιβιώσουν για αιώνες χωρίς θρεπτικά συστατικά, θερμότητα ή φως, σύμφωνα με στοιχεία της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ.
«Δεν πρόκειται για νεκρά δείγματα», τόνισε ο Τρίσταν Κάρο, πρώην μεταπτυχιακός φοιτητής γεωεπιστημών στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο. «Είναι ικανά να φιλοξενούν ενεργή ζωή και να διασπούν οργανική ύλη, απελευθερώνοντάς την ως διοξείδιο του άνθρακα».
Οι μικροοργανισμοί εντοπίστηκαν στο μόνιμα παγωμένο υπέδαφος της Αλάσκας, σε βάθος περίπου 100 μέτρων από την επιφάνεια, μέσα σε ένα μείγμα εδάφους, πάγου και βράχων. Τα δείγματα συλλέχθηκαν από τις σήραγγες του Permafrost Tunnel κοντά στο Φέρμπανκς, μια εγκατάσταση που διανοίχθηκε τη δεκαετία του 1960 από το Σώμα Μηχανικών Στρατού των ΗΠΑ και περιέχει ακόμη οστά μαμούθ από την Εποχή των Παγετώνων.
Οι επιστήμονες προσπάθησαν να «ξυπνήσουν» τους μικροοργανισμούς εκθέτοντάς τους σε νερό και θερμοκρασίες 4 έως 12°C, δηλαδή σχετικά υψηλές για την περιοχή. Μετά από έξι μήνες παρατήρησης, τα βακτήρια άρχισαν να παράγουν βιοφίλμ — μια κολλώδη ουσία που προστατεύει τους ιούς και μπορεί να διευκολύνει τη διάδοσή τους. Αυτό δείχνει ότι τα μικρόβια μπορεί να χρειάζονται μήνες για να ενεργοποιηθούν πλήρως μετά από μια θερμή περίοδο.
«Στόχος μας ήταν να προσομοιώσουμε τι μπορεί να συμβεί το καλοκαίρι στην Αλάσκα υπό μελλοντικές κλιματικές συνθήκες, όπου θερμοκρασίες όπως αυτές θα φτάνουν σε βαθύτερες στρώσεις του μόνιμου πάγου», εξήγησε ο Κάρο.
Η έρευνα αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς ο Αρκτικός πάγος λιώνει με πρωτοφανείς ρυθμούς λόγω της κλιματικής αλλαγής. Η περιοχή θερμαίνεται τέσσερις φορές ταχύτερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο, με εκτιμήσεις να δείχνουν ότι έως το 2100 θα μπορούσαν να χαθούν τα δύο τρίτα του μόνιμου πάγου. Το λιώσιμο αυτό απελευθερώνει αέρια του θερμοκηπίου, όπως διοξείδιο του άνθρακα και μεθάνιο, επιδεινώνοντας περαιτέρω την υπερθέρμανση.
Επιπλέον, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι ο μόνιμος πάγος φιλοξενεί άγνωστα βακτήρια και ιούς, με πιθανές συνέπειες για την ανθρώπινη υγεία. Πολλά από αυτά μπορεί ήδη να είναι ανθεκτικά σε αντιβιοτικά, ενώ ορισμένα είδη μπορεί να είναι εντελώς νέα, έχοντας προσαρμοστεί σε ακραίες συνθήκες.
Ωστόσο, η μελέτη αυτών των μικροοργανισμών έχει και θετικές προοπτικές. Μερικά βακτήρια θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών ή να χρησιμοποιηθούν για τον καθαρισμό περιβαλλοντικών ρυπαντών, όπως πετρελαιοκηλίδες. Μέχρι στιγμής, οι επανενεργοποιημένοι ιοί φαίνεται να μολύνουν μόνο αμοιβάδες και είναι ευάλωτοι στις σύγχρονες συνθήκες.
«Αυτή τη στιγμή, είναι δύσκολο να πούμε πόσο πρέπει να ανησυχούμε», ανέφερε η Άντρεα Χίνγουντ, επικεφαλής επιστήμονας του Προγράμματος Περιβάλλοντος του ΟΗΕ, προσθέτοντας όμως ότι «υπάρχουν λόγοι για ανησυχία». Ο Κάρο σημείωσε ότι οι χρησιμοποιημένοι μικροοργανισμοί πιθανότατα δεν μπορούν να μολύνουν ανθρώπους, αλλά οι έρευνες διεξάγονται σε ασφαλείς, σφραγισμένους θαλάμους.