Σχεδόν 1.900 άτομα στη χώρα μας μαθαίνουν ετησίως ότι πάσχουν από λέμφωμα.
Το λέμφωμα είναι μία αρκετά συχνή αιματολογική κακοήθεια. Υπολογίζεται ότι στη χώρα μας είναι η 10η συχνότερη μορφή καρκίνου, καθώς ετησίως διαγιγνώσκονται σχεδόν 1.900 περιστατικά.
Το λέμφωμα δεν είναι μία νόσος, αλλά μία ομάδα ασθενειών του λεμφικού συστήματος. Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι λεμφώματος: το Χότζκιν (Hodgkin) και το μη Χότζκιν (non-Hodgkin).
Περισσότερα από 1.650 άτομα στη χώρα μας μαθαίνουν ετησίως ότι πάσχουν από μη Χότζκιν λέμφωμα. Αντίστοιχα, πάνω από 200 διαγιγνώσκονται με λέμφωμα Χότζκιν, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο Καρκίνου (GCO).
Οι αιματολογικές εξετάσεις είναι σημαντικές για την διάγνωση, αλλά και για την παρακολούθηση της πορείας του λεμφώματος. Ωστόσο μόνες τους δεν αρκούν για την οριστική διάγνωση, διότι πολλές είναι μη-ειδικές, δηλαδή μπορεί να έχουν και άλλες αιτίες. Έτσι, η οριστική διάγνωση γίνεται με βιοψία και πρόσθετες εξετάσεις.
Ποιες εξετάσεις συνιστώνται
Στις αιματολογικές εξετάσεις που συνιστώνται για τη διάγνωση και την παρακολούθηση του λεμφώματος, συμπεριλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι εξής:
- Γενική εξέταση αίματος. Συμπεριλαμβάνει τον λεγόμενο «λευκοκυτταρικό τύπο», δηλαδή τα επίπεδα των διαφόρων λευκών αιμοσφαιρίων στο αίμα. Τα λευκά αιμοσφαίρια είναι κύτταρα του ανοσοποιητικού. Το λέμφωμα αρχίζει από αυτά τα κύτταρα. Τα μη φυσιολογικά επίπεδά τους είναι ενδεικτικά της νόσου.
- Βιοχημικές εξετάσεις. Εξετάζεται πρωτίστως η λειτουργία του ήπατος και των νεφρών. Ελέγχονται μεταξύ άλλων ηπατικά ένζυμα, όπως ενδεικτικά η αλκαλική φωσφατάση, τρανσαμινάση αλανίνης (ALT ή SGPT) κ.λπ. Ελέγχονται επίσης δείκτες της νεφρικής λειτουργίας (π.χ. ουρία, κρεατινίνη κ.λπ.). Οι αλλαγές στα επίπεδά αυτών των ενζύμων και δεικτών δείχνουν πόσο καλά λειτουργούν τα συγκεκριμένα όργανα.
- Μέτρηση της γαλακτικής αφυδρογονάσης (LDH). Η γαλακτική αφυδρογονάση είναι ένζυμο που απελευθερώνεται στο αίμα όταν καταστρέφονται τα κύτταρα. Τα υψηλά επίπεδά της είναι ένδειξη ιστικής βλάβης ή διάσπασης των λευκών ή των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Τα ταχέως αναπτυσσόμενα καρκινικά κύτταρα επίσης μπορεί να προκαλέσουν αύξηση στα επίπεδά της.
- Ταχύτητα καθίζησης ερυθρών (ΤΚΕ). Είναι μία μη-ειδική εξέταση αίματος. Μετρά πόσο γρήγορα καθιζάνουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια σε ένα δείγμα αίματος. Όταν η ΤΚΕ είναι αυξημένη, υποδηλώνει φλεγμονή η οποία μπορεί να είναι ένδειξη (και) λεμφώματος.
- Ηλεκτροφόρηση πρωτεϊνών ορού (SPEP). Συνιστάται για να προσδιοριστεί η παρουσία μη φυσιολογικών πρωτεϊνών, η απουσία φυσιολογικών και η παρουσία πρωτεϊνών σε ασυνήθιστα υψηλές ή χαμηλές ποσότητες. Οι διακυμάνσεις στα επίπεδά τους είναι ενδεικτικές της δραστηριότητας του λεμφώματος. Ενδεικτικά, οι πρωτεΐνες που λέγονται γάμμα σφαιρίνες μπορεί να αυξηθούν, αναλόγως με τον τύπο του λεμφώματος.
Εκτός από αυτές υπάρχουν και άλλες αιματολογικές εξετάσεις, όπως η μέτρηση των επιπέδων των ανοσοσφαιρινών (είναι οι ουσίες που καταπολεμούν τις λοιμώξεις). Οι πάσχοντες από λέμφωμα μπορεί να έχουν χαμηλά επίπεδα λόγω της νόσου ή των θεραπειών γι’ αυτήν.
Μπορεί επίσης ο γιατρός να συστήσει μέτρηση και άλλων ουσιών στο αίμα, όπως η C-αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP). Όταν αυτή είναι αυξημένη υποδηλώνει φλεγμονή κάπου στο σώμα.
Οι προαναφερθείσες εξετάσεις συνήθως γίνονται και κατά την παρακολούθηση της νόσου μετά την έναρξη θεραπείας.
Φωτογραφία: iStock