Image default
Οικονομία

Δύσκολα η κυβέρνηση πιάνει τα κριτήρια του ΔΝΤ για ανάπτυξη


Μικρότερη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας βλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στη νέα έκθεσή του «World Economic Outlook» που δημοσίευσε την περασμένη εβδομάδα. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2% το 2025 και 2% το 2026 έναντι πρόβλεψης για 2,2% φέτος και 2,4% το 2026 που ενσωματώνει το προσχέδιο προϋπολογισμού – και πάνω από το 1,3% που είναι ο μέσος όρος της ευρωζώνης.

Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, το ΔΝΤ εκτιμά ότι το 2025 θα ενισχυθεί κλείνοντας στο 3,1% και το 2026 θα υποχωρήσει στο 2,5%, πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι 2,2% για φέτος και στο 2% για του χρόνου. Σε ό,τι αφορά την ανεργία, προβλέπει ότι θα συνεχίσει να μειώνεται στο 9% το 2025 και στο 8,4% το 2026.

Για τη μεγάλη αδυναμία της Ελλάδας, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το ΔΝΤ εκτιμά ότι θα παραμείνει σε αρνητικό έδαφος κλείνοντας στο -5,8% του ΑΕΠ το 2025 και στο -5,3% το 2026. Το Ταμείο συγκαταλέγει την Ελλάδα στην ομάδα των Ευρωπαίων οφειλετών, μαζί με την Κύπρο, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Ισπανία, τις χώρες δηλαδή που έχουν εξωτερικά ελλείμματα και εξαρτώνται από τις εισαγωγές, κάτι που, αν και δεν απαγορεύεται από τους δημοσιονομικούς κανόνες της ευρωζώνης, τις καθιστά πολύ ευάλωτες σε περιόδους κρίσης. 

Σε γενικές γραμμές, το συμπέρασμα από τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ είναι ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε πορεία σταθερής αλλά αργής και εύθραυστης ανάπτυξης. Το αν η πορεία αυτή θα έχει συνέχεια ή θα ανατραπεί επί το δυσμενέστερο μετά το 2026 θα εξαρτηθεί από τρεις κρίσιμες παραμέτρους, τονίζει το ΔΝΤ. Πρώτον, αν και σε ποιο βαθμό η χώρα θα αξιοποιήσει πλήρως τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλους ευρωπαϊκούς πόρους. Δεύτερον, αν θα παραμείνει προσηλωμένη στη δημοσιονομική πειθαρχία πετυχαίνοντας πρωτογενή πλεονάσματα και, τρίτον, αν θα βελτιώσει επιτέλους την παραγωγική βάση της ώστε να μειώσει τα τεράστια εξωτερικά της ελλείμματα.

Πόσο πιθανό είναι όμως η Ελλάδα να ανταποκριθεί σε αυτούς τους τρεις κρίσιμους όρους ώστε η εύθραυστη ανάκαμψή της να έχει, κατά το ΔΝΤ, συνέχεια μετά το 2026 και να έχουν τα νοικοκυριά την ελπίδα να αυξήσουν τα πραγματικά εισοδήματα που ακόμη βρίσκονται 20% χαμηλότερα από τα εισοδήματα του 2009; Πόσο πιθανό δηλαδή είναι να μη χάσει κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ίσως κι άλλους ευρωπαϊκούς πόρους, να συνεχίσει να βγάζει πρωτογενή πλεονάσματα και να βελτιώσει την παραγωγική βάση της χώρας; 

Η χαμένη ευκαιρία

Σε ό,τι αφορά το Ταμείο Ανάκαμψης, τα μέχρι στιγμής κυβερνητικά δείγματα γραφής δεν εμπνέουν καμία αισιοδοξία. Γεγονός είναι ότι η Κομισιόν ενέκρινε την περασμένη εβδομάδα το έκτο αίτημα πληρωμής προς την Ελλάδα ύψους 2,44 δισ. ευρώ, οπότε θα ακούσουμε μέσα στις επόμενες εβδομάδες τον αρμόδιο υφυπουργό Οικονομικών Νίκο Παπαθανάση να περηφανεύεται για το ότι η χώρα μας άντλησε 23,45 δισ. ευρώ από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης επί συνόλου 36 δισ. ευρώ ή το 65% των κονδυλίων του σχεδίου της και είναι ανάμεσα στις δέκα πρώτες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε εκταμιεύσεις.

Ωστόσο αυτό είναι για τις εντυπώσεις, καθώς στην πραγματικότητα η απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης από την πραγματική οικονομία –έναν χρόνο πριν από τον ξαφνικό «θάνατό» του, δηλαδή την άμεση διακοπή χρηματοδότησης έργων που δεν θα έχουν ολοκληρωθεί– παραμένει περιορισμένη. Στην ετήσια έκθεση που υπέβαλε προς τα ευρωπαϊκά όργανα πριν από δέκα μέρες η Κομισιόν συμπεριέλαβε την Ελλάδα στις χώρες που σπεύδουν από τις πρώτες στα κοινοτικά ταμεία για εκταμιεύσεις κονδυλίων, αλλά χαρακτηρίζονται από αξιοσημείωτη βραδύτητα στην υλοποίηση των προγραμμάτων.

Για τον λόγο αυτό άλλωστε μέσα στο καλοκαίρι, ύστερα από σύσταση της Κομισιόν, το ελληνικό πρόγραμμα αναθεωρήθηκε, πολλά ορόσημα και στόχοι του άλλαξαν, ενώ πολλά έργα, ιδίως ενεργειακά, όπως τα σημαντικά για τα νοικοκυριά προγράμματα «Εξοικονομώ», ήταν αδύνατο να ολοκληρωθούν εγκαίρως. Πλέον, ύστερα και από αυτή την αναθεώρηση, η Ελλάδα έχει εκπληρώσει το 48% των ορόσημων και των στόχων του προγράμματός της – απομένουν μόλις δεκάμισι μήνες έως τις 31 Αυγούστου για να εκπληρώσει το υπόλοιπο 52%, – ώστε να μη χαθούν τα υπόλοιπα 12 δισ. ευρώ που δεν έχει αντλήσει ακόμη. Μπορεί αυτό που δεν έγινε σε τέσσερα χρόνια να γίνει σε δεκάμισι μήνες, ακόμη και με τη βοήθεια της Κομισιόν; 

Κονδύλια που λιμνάζουν

Υπάρχουν όμως και χειρότερα. Καθώς ο αρχικός σχεδιασμός για το σχέδιο ανάκαμψης της κυβέρνησης της ΝΔ για πολλούς και διάφορους λόγους –διαχειριστική ανεπάρκεια, υψηλή γραφειοκρατία πλέον ηλεκτρονική, ελλιπής γνώση και κατανόηση της αγοράς κ.λπ.– προσέκρουσε σε τοίχο, μεγάλο μέρος από το 65% των κονδυλίων που έχει ήδη αντληθεί δεν χρηματοδοτεί έργα και απλώς «κάθεται» στους προϋπολογισμούς των υπουργείων και των φορέων του δημοσίου και λιμνάζει. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, η χώρα μας έχει λάβει 9,9 δισ. ευρώ από τα 18,2 δισ. του συνόλου των επιχορηγήσεων που όταν εκταμιευθεί η έκτη δόση θα αυξηθούν σε 12,3 δισ. ευρώ. Από αυτά τα χρήματα ωστόσο έως τον περασμένο Αύγουστο μόνο 5,1 δισ. ευρώ είχαν εκταμιευθεί στους τελικούς δικαιούχους, ενώ 4,4 δισ. ευρώ (που θα γίνουν 6,8 δισ. ευρώ όταν προστεθούν και τα 2,4 δισ. της έκτης δόσης) υπάρχουν μόνο ως λογιστικές εγγραφές, χωρίς να υλοποιούν και να έχουν προοπτικές να πληρώνουν συγκεκριμένα προγράμματα, δηλαδή χωρίς να έχουν καταλήξει μέχρι στιγμής στην πραγματική οικονομία. 

Υπάρχει χρόνος να γίνει αυτό; Κατά τις ενδείξεις όχι, γιατί βασικός όρος του Ταμείου Ανάκαμψης είναι ότι χρηματοδοτεί προγράμματα για τα οποία έχουν γίνει οι προκηρύξεις, έχουν υπογραφεί οι συμβάσεις, έχουν ολοκληρωθεί τα έργα και έχουν γίνει οι πληρωμές έως τις 31 Αυγούστου 2026 – απομένει δε προς ολοκλήρωση ελάχιστο τμήμα των έργων ή των πληρωμών. Διαφορετικά τα χρήματα χάνονται και τα προγράμματα μένουν ξεκρέμαστα και πρέπει να αναζητηθούν από τις εθνικές κυβερνήσεις άλλα κεφάλαια για τη χρηματοδότησή τους. Κατά 99% λοιπόν τα λιμνάζοντα κεφάλαια θα χαθούν, γι’ αυτό και ο υποδιοικητής της ΤτΕ Θεόδωρος Πελαγίδης πριν από λίγες μέρες έκρουε προειδοποιητικό καμπανάκι προς την κυβέρνηση τονίζοντας ότι από τα 36 δισ. ευρώ στους τελικούς δικαιούχους είχαν περάσει μόνο τα 10 δισ. ευρώ και πρέπει να σπεύσει να σώσει ό,τι μπορεί, καθώς η χώρα έχει απόλυτη ανάγκη κεφαλαίων. 

Στη διαφαινόμενη απώλεια των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, που κατά τις ενδείξεις θα αφορά αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ (θα μάθουμε πόσα όταν γίνει ο απολογισμός από την Κομισιόν), πρέπει να προστεθεί και η απώλεια κοινοτικών κονδυλίων της ΚΑΠ λόγω του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ. Τα ευρωπαϊκά κεφάλαια που θα χαθούν εδώ είναι λιγότερα. Η απώλεια αφορά ποσό 415 εκατ. ευρώ που αφαιρείται από τις επιδοτήσεις λόγω του προστίμου που επέβαλε η Κομισιόν στην Ελλάδα για την κακοδιαχείριση στον ΟΠΕΚΕΠΕ, ποσό 385 εκατ. ευρώ που χάνεται λόγω της πρόσφατης απόφασης του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης να ακυρωθούν τα βιολογικά προγράμματα της τριετίας 2024-26 επειδή αυτό δεν διαθέτει μηχανισμούς για να κάνει σωστούς ελέγχους και διάφορα άλλα μικρότερα ποσά που αποτελούν πρόστιμα για καθυστερήσεις στις πληρωμές των αγροτικών κονδυλίων. 

Η σούμα μπορεί να αφορά ποσό έως 1 δισ. ευρώ, συγκριτικά μικρότερο από τα χαμένα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης αλλά μεγάλο για τους Ελληνες παραγωγούς, καθώς αφορά το ήμισυ των κοινοτικών κονδυλίων της ΚΑΠ που εισέρχονται κάθε χρόνο στη χώρα. Γι’ αυτούς λοιπόν το πλήγμα θα είναι τεράστιο, ιδίως επειδή συνδυάζεται με την πλήρη στάση πληρωμών του ΟΠΕΚΕΠΕ που έχει οδηγήσει σε ασφυκτική κρίση ρευστότητας όλη την ελληνική ύπαιθρο, αναστέλλοντας επενδυτικά σχέδια, και θα έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. 

Ισχνή παραγωγική βάση

Βλέπουμε όμως ότι υπάρχουν προοπτικές βελτίωσης της παραγωγικής βάσης; Η σύνθεση του ελληνικού ΑΕΠ δεν δείχνει αυτό. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, η κατανάλωση παραμένει ακόμη κοντά στο 70% –εκεί που ήταν δηλαδή και το 2009– και ενώ έχει ενισχυθεί η εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας με την αύξηση των εξαγωγών αγαθών ως ποσοστού του ΑΕΠ, παράλληλα έχουν αυξηθεί ακόμη περισσότερο οι εισαγωγές. Το διάστημα 2017-2022 υπήρξε ενθαρρυντική ανοδική κίνηση των εξαγωγών αγαθών, εντούτοις το 2023, ενώ η κυβέρνηση της ΝΔ είχε ανακοινώσει για τη χρονιά εκείνη ένα φιλόδοξο 15% για αύξηση των εξαγωγών αγαθών, αυτές έκλεισαν με πτώση 8,75% και τα επόμενα χρόνια δεν εμφάνισαν καμία άξια καταγραφής άνοδο. Γι’ αυτούς τους λόγους άλλωστε το 2024 το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έκλεισε στο 6,4% και φέτος αναμένεται να περιοριστεί στο 5,8% του ΑΕΠ, αποκλειστικά λόγω της μεγάλης αύξησης των τουριστικών εσόδων. 

Η μονοκαλλιέργεια του τουρισμού και του real estate που έχει επιλέξει όμως ως αναπτυξιακή κατεύθυνση της χώρας η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν αρκεί για να στηρίξει ολόκληρη την εθνική οικονομία διότι, αν εισάγεις κρέας και πατάτες για να ταΐσεις τους ξένους επισκέπτες, τα λεφτά φεύγουν ξανά εκτός χώρας.





ΠΗΓΗ

Related posts

Κύκλωμα με απάτες μέσω επιστροφής ΦΠΑ: Πλαστά τιμολόγια ύψους 20 εκατ. ευρώ – Ποιοι εμπλέκονται

admin

ΔΝΤ: Απέτυχε η Ευρώπη στην κρατική ενίσχυση επιχειρήσεων

admin

Ασφαλισμένοι και όρια ηλικίας: Ποιοι «γλιτώνουν» και ποιοι επηρεάζονται από τις αλλαγές στο ασφαλιστικό

admin

Αφήστε ένα σχόλιο