
Ο πυρήνας του αιτήματος των δανειοληπτών είναι η αποστολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ). Προσδοκούν ότι μια νέα ερμηνεία της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 93/13/ΕΚ για τις καταχρηστικές ρήτρες θα δώσει τη δυνατότητα να κριθεί καταχρηστική η ρήτρα αποπληρωμής των δανείων με βάση την τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία, επιτρέποντας την εξόφληση με την αρχική, σταθερή ισοτιμία.
Προδικαστικό αίτημα από τον Άρειο Πάγο
Οι δανειολήπτες ζητούν από τον Άρειο Πάγο να πράξει αυτό που απέφυγε στο παρελθόν: να αναζητήσει καθοδήγηση από το ΔΕΕ για την ορθή εφαρμογή του Ενωσιακού Δικαίου Προστασίας του Καταναλωτή. Η πρόεδρος του ΣΥ.ΔΑΝ.Ε.Φ. έχει τονίσει ότι: «Ο Άρειος Πάγος είναι το δικαστήριο που παράγει νομολογία, γι’ αυτό συνεχίζουμε να αναδεικνύουμε με κάθε τρόπο την ανάγκη να αποσταλούν προδικαστικά ερωτήματα στο Δικαστήριο της Ένωσης (Δ.Ε.Ε.)».
Η επιδίωξη αυτή έρχεται σε συνέχεια προηγούμενης απόφασης του Αρείου Πάγου (Ολομέλεια 4/2019), η οποία τάχθηκε υπέρ των τραπεζών, κρίνοντας ότι ο όρος περί αποπληρωμής με βάση την τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία δεν είναι καταχρηστικός.
Η προδικαστική απόφαση του 2021
Ωστόσο, τα περιθώρια για μια απόφαση υπέρ των δανειοληπτών, βάσει αυτού του νομικού επιχειρήματος, μοιάζουν εξαιρετικά στενά. Και αυτό διότι ήδη το Πολυμελές Πρωτοδικείο της Αθήνας είχε υποβάλει σχετικό προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ, η απάντηση του οποίου εκδόθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2021 (Υπόθεση C‑243/20).
Η απόφαση του ΔΕΕ, αποτέλεσε τότε σημαντικό πλήγμα για τους δανειολήπτες. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε την κρίση του Αρείου Πάγου, αφού έκρινε ότι η ρήτρα σε μια δανειακή σύμβαση που προβλέπει την πληρωμή σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος (όπως το ελβετικό φράγκο) εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ για την προστασία των καταναλωτών από τις καταχρηστικές ρήτρες.
Αυτό συνέβη διότι το ΔΕΕ έκρινε ότι ο συγκεκριμένος όρος απηχεί εθνική διάταξη ενδοτικού δικαίου, και συγκεκριμένα το άρθρο 291 του Αστικού Κώδικα, το οποίο ορίζει: «Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα που πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα, ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής»
Στην επίμαχη απόφαση (C-243/20), το ΔΕΕ, επικαλούμενο το άρθρο 1, παράγραφος 2, της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, κατέληξε στα εξής:
-
Σχετικά με την εξαίρεση από τον έλεγχο καταχρηστικότητας:
«Το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι μια ρήτρα δανειακής συμβάσεως που συνομολογήθηκε μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή, η οποία προβλέπει ότι το δάνειο που χορηγήθηκε σε ξένο νόμισμα και πρέπει να εξοφληθεί στη χώρα του καταναλωτή θα εξοφληθεί στο εθνικό νόμισμα του καταναλωτή με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στον χρόνο της πληρωμής, εμπίπτει στην εξαίρεση που προβλέπεται στην εν λόγω διάταξη […], εφόσον η ρήτρα αυτή απηχεί διάταξη ενδοτικού δικαίου η οποία, ελλείψει ειδικής συμφωνίας, θα εφαρμοζόταν μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.»
-
Σχετικά με τη μη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο:
«Το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/13 έχει την έννοια ότι το γεγονός ότι μια διάταξη εθνικού δικαίου, η οποία επαναλαμβάνει τη διάταξη του εν λόγω άρθρου 1, παράγραφος 2, δεν μεταφέρθηκε στο εθνικό δίκαιο, δεν έχει επιπτώσεις στο κατά πόσον η ρήτρα της επίμαχης δανειακής συμβάσεως εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω άρθρου 1, παράγραφος 2.»
Με απλά λόγια, το ΔΕΕ θεώρησε τη ρήτρα ως μια δηλωτική διάταξη της σύμβασης, η οποία απλώς επαναλαμβάνει έναν υπάρχοντα κανόνα του Αστικού Δικαίου (ενδοτικού δικαίου) και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να ελεγχθεί για καταχρηστικότητα βάσει της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ.
Μικρά Περιθώρια για Ανατροπή
Η απόφαση του ΔΕΕ του 2021, σε συνδυασμό με την προηγούμενη κρίση του Αρείου Πάγου, περιορίζει δραματικά τα περιθώρια για τους δανειολήπτες. Για να επιτευχθεί η ζητούμενη προδικαστική απόφαση που θα αλλάξει τα δεδομένα, ο Άρειος Πάγος θα πρέπει να κρίνει ότι είτε:
-
Το προηγούμενο προδικαστικό ερώτημα δεν κάλυψε πλήρως όλες τις πτυχές της Οδηγίας (π.χ. την υποχρέωση διαφάνειας/ενημέρωσης) και ότι η ρήτρα δεν απηχεί την ενδοτικού δικαίου διάταξη, αλλά αποτελεί έναν Γενικό Όρο Συναλλαγών (ΓΟΣ) που πρέπει να ελεγχθεί.
-
Η αρχή της διαφάνειας, όπως αυτή αναπτύχθηκε σε μεταγενέστερες αποφάσεις του ΔΕΕ για αντίστοιχες υποθέσεις άλλων κρατών μελών (βλ. Πολωνία, Ουγγαρία), επιτάσσει τον έλεγχο ακόμα και της ρήτρας αποπληρωμής, εφόσον ο καταναλωτής δεν ενημερώθηκε επαρκώς για τον συναλλαγματικό κίνδυνο.

