Η οργάνωση «Γιαγιάδες της Πλατείας Μαΐου», ανακοίνωσε χθες Δευτέρα 7/7, πως εντόπισε το «εγγόνι υπ’ αριθμό 140», ένα από τα εκατοντάδες βρέφη και νήπια που είχαν κλαπεί από κρατούμενους και κρατούμενες, ή εξαφανισθέντες κι εξαφανισθείσες, κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας στην Αργεντινή (1976-1983).
Το εγγόνι «υπ’ αριθμό 140», τα τρέχοντα στοιχεία ταυτότητας του οποίου δεν δόθηκαν στη δημοσιότητα, είναι 48 ετών και ζει στο Μπουένος Άιρες. Είναι γιος ζευγαριού μαρξιστών ακτιβιστών –γονείς ήταν η Γκρασιέλα Αλίσια Ρομέρο και ο Ραούλ Εουχένιο Μετς–, που απήχθη το 1976 στην επαρχία Νεουκέν (νότια) και η τύχη του αγνοείται έκτοτε.
Η μητέρα ήταν έγκυος όταν συνελήφθη. Το παιδί γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1977, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, που ανέφεραν επίσης πως η μητέρα υπέστη βασανιστήρια. Έχει μια μεγαλύτερη αδελφή, την Αδριάνα, που είχαν αναλάβει αρχικά γείτονες και μετά ο παππούς και η γιαγιά της.
Η Αδριάνα δεν έκρυψε χθες την έντονη συναισθηματική φόρτισή της χθες, έχοντας πλάι της την ακούραστη πρόεδρο των Γιαγιάδων, την Εστέλα δε Καρλότο, 94 ετών.
«Τώρα, ξέρω πού είναι ο αδελφός μου», είπε η Αδριάνα, που δεν έχει ακόμη συναντήσει διά ζώσης τον αδελφό της, μίλησαν μέσω βιντεοσύνδεσης.
Επί χούντας, εκατοντάδες παιδιά –300 ως 400, κατά εκτιμήσεις– είχαν κλαπεί αφού κατά κανόνα γεννήθηκαν από μητέρες υπό κράτηση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, δόθηκαν σε ανάδοχους γονείς ή ζευγάρια που ήθελαν να υιοθετήσουν. Κατά κανόνα, τα νοικοκυριά αυτά ήταν «φίλα προσκείμενα» στο στρατιωτικό καθεστώς.
Κατά τη διάρκεια σχεδόν 50 χρόνων έρευνας, οι Γιαγιάδες, αξιοποιώντας ληξιαρχικά στοιχεία, μαρτυρίες κι εξετάσεις DNA έχουν καταφέρει να αποκαλύψουν την πραγματική ταυτότητα 140 προσώπων.

Οι ηρωικές γιαγιάδες της Πλατείας Μαΐου
Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι έρευνες έδωσαν την ευκαιρία για συγκινητικές συναντήσεις επιζώντων κάποιας οικογένειας — μιας θείας, εξαδέλφων, ανιψιών, αδελφών. Αλλά σε κάποιες άλλες υπήρξε απλά και μόνο «ταυτοποίηση», ενίοτε μεταθανάτια.
Στην υπόθεση που ήρθε στο φως και αφορά την Αδριάνα και τον αδελφό της, η σύνδεση έγινε χάρη σε ανώνυμη πληροφορία. Κατόπιν υπήρξε επικοινωνία με τον ενδιαφερόμενο «για να δούμε αν δεχόταν να κάνει τεστ DNA. Δέχθηκε, κι αποδείχτηκε πως είναι αδελφός μου», εξήγησε η Αδριάνα.
Οι γονείς τους είναι ανάμεσα στους 30.000 νεκρούς και εξαφανισμένους επί δικτατορίας, κατά εκτιμήσεις μη κυβερνητικών οργανώσεων υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο αριθμός αυτός όμως αμφισβητείται σήμερα έντονα από την κυβέρνηση του προέδρου Χαβιέρ Μιλέι, που διαβεβαιώνει πως είναι υποτριπλάσιος. Στην κυβέρνησή του προσάπτεται ιστορικός αναθεωρητισμός από τους αντιπάλους του.
Η Εστέλα δε Καρλότο υπογράμμισε πως «ευτυχώς» αυτά τα «μικρά θύματα της πολιτικοστρατιωτικής δικτατορίας» συνεχίζουν να εντοπίζονται. «Αυτό επιβεβαιώνει για ακόμη μια φορά πως τα (κλεμμένα) εγγόνια μας είναι εδώ, ανάμεσά μας, και ότι χάρη στην επιμονή και τη συνεχή δουλειά 47 ετών συνεχίζουν να εμφανίζονται», είπε.
Η ταυτοποίηση του «140ού» ανακοινώθηκε επτά μήνες έπειτα από εκείνη της «εγγονής υπ’ αριθμό 139», σαραντάρας κόρης ζευγαριού αγωνιστών της αριστεράς που είχε απαχθεί το 1979 κι η τύχη του αγνοείται έκτοτε. Το «εγγόνι υπ’ αριθμό 138» είχε εντοπιστεί τον Δεκέμβριο του 2024.
Ο εντοπισμός του «εγγονιού» καταγράφεται με φόντο την αυξανόμενη ένταση ανάμεσα στις «Γιαγιάδες» και την κυβέρνηση Μιλέι. Η μη κυβερνητική οργάνωση την κατηγορεί πως έχει πάψει να ενισχύει τις έρευνές της, στο όνομα μέτρων αναδιάρθρωσης του δημοσίου τομέα και δημοσιονομικής λιτότητας.
Προσέφυγε στη δικαιοσύνη τον Ιούνιο, ζητώντας να περισωθεί η αυτονομία της Εθνικής Τράπεζας Γενετικών Δεδομένων, κρίσιμης σημασίας για τη δουλειά της, καθώς έχει «παραλύσει», όπως τόνισε.
Ο ακροδεξιός Χαβιέρ Μιλέι, πρόεδρος της Αργεντινής από τα τέλη του 2023, έχει στηλιτεύσει επανειλημμένα τις «γιάφκες» και τις «άνετες δουλίτσες» που είναι κατ’ αυτόν θέσεις εργασίας στο δημόσιο αφιερωμένες σε υποθέσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που συχνά καταλαμβάνουν άνθρωποι του χώρου της αριστεράς. Έχει έτσι ανακοινώσει τη μείωση κατά 30% του προσωπικού της πρώην Γραμματείας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία διοικητικά υπάγεται στο υπουργείο Δικαιοσύνης, υποβιβάζοντάς τη σε «υπογραμματεία».