Παράδοση του προγράμματος σε ενεργειακές εταιρείες με πρόσχημα δήθεν «απαλλαγή των πολιτών».

Στα τέλη Ιουνίου ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου ανακοίνωσε τη ριζική αλλαγή των προγραμμάτων «Εξοικονομώ». Η βασική ιδέα ήταν είναι ότι «για να μην ταλαιπωρείται ο κόσμος με γραφειοκρατικές στρεβλώσεις» η κυβέρνηση θα δώσει το πρόγραμμα σε ενεργειακές εταιρείες.
Πίσω από αυτή την ανακοίνωση ήταν ωστόσο δύσκολο να διακρίνει κάποιος μια ελεήμονα διάθεση της κυβέρνησης να απαλλάξει τον κόσμο από τις γραφειοκρατικές στρεβλώσεις – δεν πέφτουν από τον ουρανό, κατασκευάζονται από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ). Αν κάτι έβλεπε, ήταν η βούληση του ΥΠΕΝ να ξεμπερδέψει μια για πάντα με τις γκρίνιες και τις διαμαρτυρίες των εμπλεκομένων στα προγράμματα για τα προβλήματα με τις πληρωμές, τις καθυστερήσεις και τις εγκρίσεις των υφιστάμενων «Εξοικονομώ» που κανείς εντέλει δεν καταλαβαίνει αν οφείλονται σε διαχειριστική ανεπάρκεια, σε έλλειψη προσωπικού ή σε έλλειψη χρημάτων.
Απλήρωτοι παραμένουν 70.000 δικαιούχοι
Γιατί η ουσία είναι ότι, ενώ η κυβέρνηση διαφημίζει σε όλους τους τόνους το δήθεν έργο που επιτελεί με τα προγράμματα «Εξοικονομώ», αφήνει ανεπίλυτα τα τεράστια προβλήματα που υπάρχουν στην υλοποίησή τους. Χαρακτηριστικά, οι πληρωμές για τα «Εξοικονομώ 2021 & 2003» βρίσκονται ακόμη στο 40%, με το υπόλοιπο 60% ή περίπου 70.000 δικαιούχους να παραμένουν απλήρωτοι, όπως επίσης οι μηχανικοί και οι προμηθευτές εξοπλισμού. Παράλληλα, εκκρεμούν ακόμη τα αποτελέσματα για το πρόγραμμα «Αλλάζω σύστημα θέρμανσης και θερμοσίφωνα» και το «Εξοικονομώ 2025», παρότι οι αιτήσεις έχουν κλείσει εδώ και τέσσερις μήνες.
Για να ξεμπερδέψει με το χάος που μόνο του δημιουργεί, το ΥΠΕΝ ετοιμάζεται να αλλάξει οριστικά τον χαρακτήρα του «Εξοικονομώ» παραδίδοντάς το σε εξειδικευμένες ενεργειακές εταιρείες, κατά τα δυτικοευρωπαϊκά, λέει, πρότυπα. Οι εταιρείες αυτές μπορεί να είναι αυτές που πουλάνε ρεύμα στα νοικοκυριά ή εταιρείες τύπου ESCO που εξειδικεύονται στα ενεργειακά έργα. Οι ενεργειακές εταιρείες θα αναλαμβάνουν όλη τη διαδικασία για λογαριασμό του πελάτη τους –από το στάδιο της αίτησης μέχρι την αποπεράτωση των εργασιών– παίρνοντας και το χρήμα, ενώ για να αυξηθούν τα διαθέσιμα κονδύλια του προγράμματος η κυβέρνηση θα εμπλέξει και τις τράπεζες για να παρέχουν δάνεια. Στο τέλος, οι καταναλωτές θα πληρώνουν στις εταιρείες ένα μέρος του κόστους υλοποίησης του προγράμματος με τους λογαριασμούς ρεύματος.
«Αδιαφάνεια και πρόσθετα κόστη»
Οι ανακοινώσεις Παπασταύρου προκάλεσαν την άμεση αντίδραση της ΓΣΕΒΕΕ που έσπευσε να επισημάνει ότι η παρεμβολή ενεργειακών εταιρειών και τραπεζών μεταξύ των τεχνικών επαγγελμάτων που φέρουν σε πέρας τα προγράμματα ενεργειακής αναβάθμισης και των νοικοκυριών και επιχειρήσεων που τα αξιοποιούν μόνο ζημιά θα κάνει προκαλώντας αδιαφάνεια, αποκλεισμούς και πρόσθετα κόστη.
Αδιαφάνεια επειδή θα παραδοθεί η διαχείριση ευρωπαϊκών και κρατικών πόρων στις ιδιωτικές εταιρείες χωρίς να υπάρχει εποπτεία, αποκλεισμούς γιατί οι ενεργειακές εταιρείες ενδέχεται να αποκλείσουν τα ευάλωτα νοικοκυριά που δεν θα έχουν το κατάλληλο πιστωτικό προφίλ και πρόσθετα κόστη διότι τράπεζες και ενεργειακές εταιρείες έχουν αποδείξει ότι εκμεταλλεύονται κάθε περιθώριο για να βγάλουν το κάτι παραπάνω όπου εμπλέκονται. Αυτό που η ΓΣΕΒΕΕ καυτηριάζει ωστόσο περισσότερο είναι ότι το κυβερνητικό σχέδιο βαθαίνει περαιτέρω τον ολιγοπωλιακό χαρακτήρα της ελληνικής αγοράς, πετώντας εκτός πλήθος ενεργειακών επιθεωρητών, προμηθευτών, εγκαταστατών προς όφελος μιας δεκάδας ενεργειακών επιχειρήσεων.