Ολο το καλοκαίρι το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης Μητσοτάκη έφτιαχνε κλίμα με διαρροές για το «εντυπωσιακό καλάθι» των μέτρων της φετινής ΔΕΘ. Τι για τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας ακούσαμε ώστε να πάψει η διάβρωση των εισοδημάτων που συντελείται μέσω της ακρίβειας, τι για εισαγωγή ενός ενδιάμεσου συντελεστή 15% για τα εισοδήματα από 10.000 έως 15.000 ευρώ που βρίσκεται η μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων εργαζομένων.
Μέσα Ιουλίου η τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας αποκλείστηκε, παρότι αποτελεί το πιο δίκαιο φορολογικά μέτρο και προστατεύει αποτελεσματικότερα την αγοραστική δύναμη των πολιτών.
Ο λόγος γι’ αυτό ήταν, σύμφωνα με τις διαρροές στελεχών του υπουργείου Οικονομικών, ότι είχε πολύ υψηλό δημοσιονομικό κόστος, που προσέγγιζε το 1 δισ. ευρώ. Κατά άλλες εκτιμήσεις, για τον αποκλεισμό της βάρυνε κι ένας δεύτερος, ακόμη πιο σημαντικός λόγος: δεν ευνοούσε καθόλου τις εντυπώσεις, ήταν αδύνατο να «πουληθεί» πολιτικά από τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως μια μεγάλη μείωση φόρων που κάνει ο ίδιος, δεδομένου ότι ο κόσμος καταλαβαίνει πως επί των ημερών του και με δική του ευθύνη εξερράγη η ακρίβεια και ψαλιδίστηκαν τα εισοδήματα εξαιτίας του πληθωρισμού.
Κι ενώ γνωρίζαμε ότι η τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας είχε αποκλειστεί, δεν είχε αποκλειστεί η εισαγωγή ενός ενδιάμεσου συντελεστή για τα εισοδήματα 10.000-15.000, γι’ αυτό η γενική εκτίμηση ήταν ότι αυτό θα ήταν το «μέτρο-έκπληξη» που θα ανακοίνωνε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ.
Ωσπου το περασμένο Σαββατοκύριακο ήρθε η ψυχρολουσία, με τον Κυρ. Μητσοτάκη να ανακοινώνει στη Θεσσαλονίκη ως δήθεν «πιο τολμηρή φορολογική μεταρρύθμιση από τη μεταπολίτευση» μια σειρά από αλλαγές στους φορολογικούς συντελεστές που δεν αγγίζουν καθόλου τα εισοδήματα της μεγάλης πλειονότητας των μισθωτών και των συνταξιούχων, ενισχύουν οριακά τις οικογένειες με παιδιά και, ενώ εκ πρώτης όψεως δείχνουν να εισάγουν σημαντικές φοροελαφρύνσεις προς όφελος των νέων έως 30 ετών, τα κενά ανάμεσα στα νούμερα του υπουργείου Οικονομικών και του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ δημιουργούν την υποψία ότι οι συγκεκριμένες φοροελαφρύνσεις αφορούν εντέλει πολύ λιγότερο κόσμο από όσο θέλει να δείξει η κυβέρνηση και επιλέχθηκαν προσεκτικά ύστερα από ασκήσεις επί χάρτου που έδειξαν ότι, αν και εντυπωσιακές, έχουν χαμηλό δημοσιονομικό κόστος.
Αλλαγές στις κλίμακες
Ο πυρήνας του πακέτου της ΔΕΘ είναι οι αλλαγές στις φορολογικές κλίμακες, με κλιμακούμενες μειώσεις από 2% έως 6% ανάλογα με τον αριθμό παιδιών που έχει κάθε φορολογούμενος σε όλους τους συντελεστές πλην του εισαγωγικού 9%. Η βασική ιδέα είναι ότι έτσι το φορολογικό σύστημα θα στηρίζει την οικογένεια, θα συμβάλει θετικά στο δημογραφικό.
Πρόκειται όμως για μια μάχη εντυπώσεων, αφού οι συντελεστές παραμένουν υψηλοί ακόμη και για χαμηλά επίπεδα εισοδήματος. Π.χ. για εισόδημα από 10.000 έως 20.000 ο συντελεστής με ένα παιδί μειώνεται στο 18% από 22% και με δύο παιδιά στο 16%. Οι μόνες τρεις μεγάλες φοροελαφρύνσεις του πακέτου περιλαμβάνουν την εισαγωγή μηδενικού συντελεστή στο εισόδημα έως 20.000 ευρώ για νέους έως 25 ετών, την εισαγωγή συντελεστή 9% για τα εισοδήματα από 10.000 έως 20.000 ευρώ για νέους έως 30 χρόνων και τον πλήρη μηδενισμό του φόρου εισοδήματος για πολύτεκνους με εισοδήματα έως 20.000 ευρώ.
Κατά τα λοιπά, το πακέτο της ΔΕΘ περιλαμβάνει:
• Την εισαγωγή ενός ενδιάμεσου συντελεστή 25% για το ετήσιο εισόδημα από ενοίκια από 12.000 έως 24.000, αντί του 35% που ισχύει σήμερα.
• Τη μείωση του ΕΝΦΙΑ στο μισό από το 2026 και τον μηδενισμό του από το 2027 για τους μόνιμους κατοίκους 12.700 οικισμών με πληθυσμό κάτω των 15.000 κατοίκων.
• Τη μείωση του ΦΠΑ κατά 30% για τα ακριτικά νησιά.
• Τη μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης για κατοικίες και αυτοκίνητα κατά 30% – μέτρο σημαντικό, γιατί τα τεκμήρια και αυξάνουν τους φόρους και λειτουργούν ως «κόφτες» για βασικά επιδόματα, όπως το επίδομα τέκνων. • Την επέκταση της μείωσης κατά 50% του ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος για ελεύθερους επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται σε οικισμούς με έως 1.500 κατοίκους και την πλήρη απαλλαγή από τη φορολόγηση βάσει τεκμαρτού για τις νέες μητέρες που ασκούν ελεύθερο επάγγελμα για δύο χρόνια από τη γέννηση του κάθε παιδιού τους. • Αυξήσεις στους στρατιωτικούς και στα Σώματα Ασφαλείας.
Οι κερδισμένοι
Υπάρχουν κάποιοι λίγοι κερδισμένοι από τις εξαγγελίες της ΔΕΘ και ανήκουν στα «παραδοσιακά κοινά» της ΝΔ.
Στρατιωτικοί και Σώματα Ασφαλείας παίρνουν μεσοσταθμικές αυξήσεις από 111 ευρώ μηνιαίως (στα Σώματα Ασφαλείας) μέχρι 145 ευρώ μηνιαίως (στον στρατό) – και είναι της τάξης των 90-100 ευρώ για τους εισαγωγικούς βαθμούς.
Κερδισμένοι βγαίνουν επίσης οι 150.000 κατά την κυβέρνηση «μικροϊδιοκτήτες» με εισοδήματα από τα ενοίκια από 12.000 έως 24.000 ευρώ – είναι όμως μικροϊδιοκτήτης όποιος αθροίζει εισόδημα 1.5002.000 ευρώ τον μήνα από ενοίκια;
Οι πολύτεκνοι που παίρνουν αφορολόγητο για εισόδημα έως 20.000 ευρώ έχουν ένα κάποιο όφελος (έχουν όμως και τεράστιες ανάγκες), για το παραπάνω εισόδημα όμως συνεχίζουν να πληρώνουν κανονικά φόρους, έστω και με χαμηλότερους συντελεστές (18% για εισόδημα 20.000-30.000 ευρώ και 34% για εισόδημα 30.000-40.000 ευρώ).
Κατά τα άλλα, υπάρχει ελάφρυνση στα υψηλά εισοδήματα από μισθούς και ελεύθερο επάγγελμα, με τη μείωση των συντελεστών στο 39% για εισόδημα 40.000 έως 60.000 ευρώ και στο 42% για εισόδημα άνω των 60.000 ευρώ. Οσα εύσημα παρά ταύτα κι αν διεκδικεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη για τις μειώσεις φόρων που προωθεί, η φορολογική επιβάρυνση στην εργασία στη χώρα παραμένει στα ύψη, ιδίως αν συγκριθεί με τον φόρο στα μερίσματα που επιβάλλεται με συντελεστή 5%.
Ψίχουλα ή τίποτα
Από την άλλη πλευρά, το μέγα πλήθος των φορολογουμένων που συνωστίζεται στα χαμηλά και χαμηλομεσαία εισοδηματικά στρώματα παίρνει ψίχουλα ή και τίποτα, είτε έχει είτε δεν έχει παιδιά. Τίποτε απολύτως δεν αλλάζει για τέσσερις στους δέκα ή περίπου 3 εκατομμύρια φορολογούμενους με μισθούς και συντάξεις κάτω των 800 ευρώ, οι οποίοι δήλωσαν πέρυσι εισοδήματα έως 10.000 ευρώ.
Επίσης ψίχουλα παίρνουν άλλοι δύο στους δέκα ή 1.749.181 φορολογούμενοι με χαμηλομεσαία εισοδήματα, καθώς στην εισοδηματική κατηγορία από 10.000 έως 15.000 ευρώ, για εισόδημα 10-11.000 ευρώ, ο φόρος μειώνεται μόλις κατά 20 ευρώ τον χρόνο χωρίς παιδιά και κατά 40 ευρώ για δύο παιδιά, ενώ για εισόδημα 15.000 ευρώ ο φόρος μειώνεται κατά 120 ευρώ ετησίως χωρίς παιδιά και κατά 360 ευρώ τον μήνα με δύο παιδιά.
«Μαγειρεμένα» νούμερα
Μήπως όμως –σε αντίθεση με τη γενική στην ελληνική κοινωνία εμπειρία ότι οι εργαζόμενοι νέοι έως 30 ετών έχουν κατά κανόνα χαμηλές αμοιβές και καλύπτονται από το αφορολόγητο– υπάρχει όφελος για τους νέους από τις φοροελαφρύνσεις που θέσπισε μόνο για αυτούς η κυβέρνηση και το μέτρο δεν αποτελεί ένα από τα συνήθη της επικοινωνιακά «κολπάκια» που έχουν ισχυρό επικοινωνιακό αποτέλεσμα αλλά χαμηλό δημοσιονομικό κόστος; Κατά την εξειδίκευση των μέτρων ο υφυπουργός Οικονομικών Θανάσης Πετραλιάς επιχείρησε να διαλύσει αυτή την ισχυρή υποψία, επικαλούμενος τα στοιχεία της ΑΑΔΕ που έδειχναν ότι πέρυσι υπέβαλαν φορολογικές δηλώσεις για εισόδημα από μισθούς και ατομική επιχείρηση 846.500 νέοι έως 30 ετών και οι 260.000 εξ αυτών δήλωσαν εισόδημα άνω των 10.000 ευρώ.
Εσπευσε δε να αποδώσει την άνοδο των εισοδημάτων στην αύξηση του κατώτατου και του μέσου μισθού. Μέγα παραμύθι, αφού βάσει των στοιχείων του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ το σύνολο των νέων έως 29 ετών που εργάζονται ως μισθωτοί είναι μόλις 469.634.
Εύκολα προκύπτει ότι οι υπόλοιποι 376.841 νέοι έως 30 ετών που υπέβαλαν πέρυσι φορολογικές δηλώσεις είναι ελεύθεροι επαγγελματίες που εκ του φορολογικού νόμου τον οποίο έφερε πρόπερσι η κυβέρνηση Μητσοτάκη –για να πάψουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες να φοροδιαφεύγουν, όπως φώναζε τότε ο νυν αντιπρόεδρος Κωστής Χατζηδάκης– υποβάλλουν δηλώσεις όχι βάσει του πραγματικού τζίρου τους αλλά βάσει του ελάχιστου τεκμαρτού που ήταν πέρυσι 11.620 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση λοιπόν το 70% των νέων έως 30 ετών με εισόδημα κάτω των 10.000, κατά πάσα πιθανότητα από μισθούς, δεν το αφορά καν «η πιο ριζοσπαστική φορολογική μεταρρύθμιση από τη μεταπολίτευση» Μητσοτάκη και δεν έχει κανένα όφελος από αυτήν, ενώ το υπόλοιπο 30% που περιλαμβάνει τους ελεύθερους επαγγελματίες έχει μεν όφελος από τις φοροελαφρύνσεις, αλλά δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι αυτές αφορούν τα τεκμαρτά και όχι τα πραγματικά εισοδήματα και ότι το μέτρο αντιπροσωπεύει εντέλει μειώσεις φόρων που η ίδια η κυβέρνηση της ΝΔ αύξησε.
Φανφάρες με το κόστος ζωής συνεχώς να ανεβαίνει
Στην Ελλάδα των χαμηλών εισοδημάτων, που είναι δεσμευμένη στους δανειστές της να βγάζει πλεονάσματα για πολλά χρόνια και όπου η φορολογία της εργασίας –σύμφωνα με μελέτη της PriceWaterhouseCooper– είναι από τις υψηλότερες στην Ευρωπαϊκή Ενωση, η έστω και οριακή μείωση στους φορολογικούς συντελεστές των οικογενειών με παιδιά αποτελεί θετική εξέλιξη και θα ήταν καλοδεχούμενη αν ανακοινωνόταν «σεμνά και ταπεινά», καθώς αφορά ψίχουλα.
Πάει πολύ όμως να μιλάει ο Κυρ. Μητσοτάκης για την «πιο τολμηρή φορολογική μεταρρύθμιση» και ο Κυρ. Πιερρακάκης για τη «μεγαλύτερη μείωση φόρων που έχει γίνει στη μεταπολίτευση». Δεν ξεχνάμε ότι στη χώρα – όπως συμβαίνει ακόμη στην πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών– έως το 2009 το αφορολόγητο ήταν για όλους στις 12.000 ευρώ και ότι εκείνες οι 12.000 ευρώ του 2009 είχαν την αγοραστική δύναμη των 20.000 ευρώ του 2025, γιατί τα τρόφιμα ήταν στη μισή τιμή, το ρεύμα στο ένα τρίτο και τα ενοίκια πολύ χαμηλότερα.
Οι φόροι στην Ελλάδα αυξήθηκαν με τη χρεοκοπία και τα μνημόνια και μπορεί να τους μειώνει –πάντα οριζόντια, άδικα και με το σταγονόμετρο– η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όμως η ίδια φέρει ακέραια την ευθύνη για ό,τι ζούμε σήμερα. Για την έκρηξη των τιμών σε όλα, από τα σουπερμάρκετ έως το ρεύμα και τα ενοίκια. Για την αδυναμία των εργαζομένων να αυξήσουν τους μισθούς τους ώστε να διατηρήσουν την αγοραστική τους δύναμη λόγω της κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων. Για τη χρήση της φορολογίας παντός τύπου, από τον ΦΠΑ και τον ΕΦΚ, ως παράγοντα που αυξάνει την ακρίβεια και στραγγίζει τα εισοδήματα για να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα.