Τι δείχνουν οι έως τώρα μελέτες για τους παχύσαρκους ασθενείς που κάνουν αρθροπλαστική γόνατος ή ισχίου.
Ολοένα περισσότεροι ασθενείς υποβάλλονται σε αρθροπλαστική ισχίου και γόνατος, για να αντιμετωπιστεί κυρίως η οστεοαρθρίτιδα από την οποία πάσχουν.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, ο αριθμός των αρθροπλαστικών ισχίου και γόνατος έχει αυξηθεί κατά περισσότερο από 20% την τελευταία δεκαετία στις χώρες του ΟΟΣΑ. Αναμένεται, δε, να αυξηθεί ακόμα περισσότερο, λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, αλλά και την αύξηση των ποσοστών της παχυσαρκίας.
Υπολογίζεται ότι ήδη περισσότεροι από τέσσερις στους δέκα ενήλικες είναι παχύσαρκοι. Οι ασθενείς αυτοί διατρέχουν τετραπλάσιο κίνδυνο οστεοαρθρίτιδας, διότι το πλεονάζον βάρος ασκεί πρόσθετες πιέσεις στις μεγάλες αρθρώσεις των κάτω άκρων.
«Η μείωση του βάρους μαζί με τη σωματική δραστηριότητα είναι η συνιστώμενη προσέγγιση για τη διαχείριση των επώδυνων συμπτωμάτων. Η τήρηση όμως είναι δύσκολη για τους περισσότερους ασθενείς», αναφέρει ο εξειδικευμένος στην αρθροπλαστική ισχίου και γόνατος, ορθοπεδικός χειρουργός δρ Αθανάσιος Τσουτσάνης.
Όταν δεν υπάρξει βελτίωση των συμπτωμάτων με τις συντηρητικές μεθόδους (φαρμακευτική αγωγή, φυσικοθεραπείες, τροποποίηση δραστηριοτήτων), «η μόνη επιλογή για να διατηρήσουν υψηλή την ποιότητα ζωής τους είναι η αντικατάσταση της άρθρωσης», προσθέτει.
Η αρθροπλαστική είναι πολύ ασφαλής και αποτελεσματική. Προσφέρει τουλάχιστον 20 χρόνια ποιοτικής ζωής στο 95% των ασθενών. Μάλιστα, με την πάροδο του χρόνου έχουν αναπτυχθεί ελάχιστα επεμβατικές χειρουργικές τεχνικές για τη μείωση του τραύματος των ιστών και τη βελτίωση των αποτελεσμάτων.
«Τεχνικές όπως η Minimally Invasive Knee (ΜΙΚ), απαιτούν τομές πολύ μικρότερες από τις συνήθεις των 20-25 εκατοστών που χρησιμοποιούνται στην κλασική τεχνική», εξηγεί ο δρ Τσουτσάνης. «Το όφελος πραγματοποίησης της αντικατάστασης του γόνατος με αυτές τις τεχνικές είναι η προστασία των μυών και των λοιπών μαλακών ιστών, η ταχύτερη, λιγότερο επώδυνη ανάρρωση και η ταχύτερη επιστροφή στις κανονικές δραστηριότητες. Τα μακροπρόθεσμα οφέλη της είναι επίσης εξαιρετικά – παρόμοια με εκείνα της κλασικής χειρουργικής επέμβασης».
Πότε χρειάζεται επανάληψη
Μερικοί ασθενείς, όμως, θα χρειαστούν και χειρουργική επέμβαση αναθεώρησης για την αντικατάσταση της χαλαρωμένης πρόθεσης.
Το ποσοστό δεν είναι μεγάλο. Υπολογίζεται στο περίπου 1% του συνολικού αριθμού των αρθροπλαστικών, ενώ οι πιθανότητες να χρειασθεί επαναληπτική αρθροπλαστική σε διάστημα 10 ετών δεν ξεπερνά το περίπου 5%.
Περισσότερες πιθανότητες να χρειασθούν επαναληπτική αρθροπλαστική χρειάζονται οι ασθενείς οι οποίοι:
- Υποβάλλονται σε αντικατάσταση της άρθρωσης σε νεαρή ηλικία (λόγω της διάρκειας ζωής των υλικών)
- Πάσχουν από παχυσαρκία (το υπερβολικό σωματικό βάρος αυξάνει τον κίνδυνο μετεγχειρητικών επιπλοκών και αναθεώρησης σε σύντομο χρονικό διάστημα)
Δυστυχώς, σχεδόν οι μισοί ασθενείς που υποβάλλονται σε αρθροπλαστική ισχίου και το 70% όσων υποβάλλονται σε αντικατάσταση γόνατος έχουν βάρος πάνω από το φυσιολογικό.
Για την αποφυγή του κινδύνου αυτού συνιστάται η προεγχειρητική απώλεια κιλών. Αυτή μπορεί να επιτευχθεί:
- Με αλλαγές στη διατροφή και άσκηση
- Με βαριατρική χειρουργική όταν υπάρχει νοσογόνος παχυσαρκία
Σύμφωνα, ωστόσο, με την Αμερικανική Ένωση Χειρουργών Ισχίου και Γόνατος, η παχυσαρκία από μόνη της δεν αποτελεί λόγο για να καθυστερήσει η αρθροπλαστική.
Αδυνάτισμα με φάρμακα
Με βάση την τρέχουσα έρευνα, ευεργετική για την απώλεια βάρους είναι και η λήψη φαρμάκων κατά της παχυσαρκίας. Αυτή μπορεί να γίνει πριν και μετά από την ολική αρθροπλαστική, χωρίς ή σε συνδυασμό με βαριατρική χειρουργική επέμβαση.
Φάρμακα της κατηγορίας των GLP-1, όπως η σεμαγλουτίδη και η τιρζεπατίδη, επιτρέπουν σε περισσότερους ασθενείς να αδυνατίσουν και να φτάσουν σε ασφαλές προεγχειρητικό βάρος.
«Τελευταία γίνονται έρευνες σχετικά με την επίδραση που έχει η λήψη αγωνιστών GLP-1 μετά από την αντικατάσταση της άρθρωσης (ισχίου ή γόνατος), στην έκβαση της επέμβασης. Τα μέχρι σήμερα στοιχεία καταδεικνύουν τη μείωση των χειρουργικών επιπλοκών, συμπεριλαμβανομένης της λοίμωξης», σημειώνει ο δρ Τσουτσάνης.
Μια εξ αυτών των μελετών βασίσθηκε στην ανάλυση στοιχείων από 3.691 παχύσαρκους ασθενείς, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε αρθροπλαστική. Η μέση ηλικία τους ήταν σχεδόν 65 ετών. Το σχεδόν 63% ήσαν γυναίκες. Κατά την έναρξη της μελέτης είχαν δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) 37,6 kg/m2.
Οι ερευνητές ταξινόμησαν τους ασθενείς σε ομάδες αναλόγως με το σωματικό βάρος που έχασαν, όταν άρχισαν να λαμβάνουν φάρμακα κατά της παχυσαρκίας εντός 1 έτους από την αρθροπλαστική. Τα φάρμακα που λάμβαναν ήταν παλαιού και νέου τύπου. Η απώλεια βάρους ήταν:
- Μικρή έως μέτρια (2-10% του αρχικού σωματικού βάρους)
- Μεγάλη (πάνω από 10% του αρχικού σωματικού βάρους)
Τα ευρήματα
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν εφέτος στην ιατρική επιθεώρηση JAMA Network Open. Ο κίνδυνος να απαιτηθεί αναθεώρηση στην πενταετία από την επέμβαση ήταν:
- 5,6% μεταξύ των ασθενών που διατήρησαν σταθερό το βάρος τους ή πήραν κιλά
- 4,4% μεταξύ εκείνων με μικρή έως μέτρια απώλεια βάρους
- 3,7% μεταξύ όσων πέτυχαν μεγάλη απώλεια βάρους
Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι οι πιθανότητες να επαναληφθεί η αρθροπλαστική 5 έτη μετά τη διενέργειά της ήταν κατά:
- 25% χαμηλότερος όταν είχε επιτευχθεί μικρή έως μέτρια απώλεια βάρους
- 43% χαμηλότερος όταν είχε επιτευχθεί μεγάλη απώλεια βάρους
Ανάλογα οφέλη παρατηρήθηκαν και 10 χρόνια μετά την αρθροπλαστική. Τα οφέλη από το αδυνάτισμα, δε, ήταν παρόμοια είτε οι ασθενείς είχαν κάνει αρθροπλαστική γόνατος, είτε ισχίου.
Αυτό υποδηλώνει ότι η απώλεια βάρους με τη χρήση φαρμάκων κατά της παχυσαρκίας βελτιώνει την επιβίωση των εμφυτευμάτων και μπορεί να αποτελέσει επιλογή για τους ασθενείς που έχουν περιττά κιλά.
Ο ρόλος του βάρους
«Ο συγκεκριμένος τρόπος να χάσει κάποιος βάρος είναι πιο φιλικός και λιγότερο περίπλοκος και επιβαρυντικός από τη βαριατρική χειρουργική επέμβαση, τουλάχιστον με τα δεδομένα που υπάρχουν σήμερα, τα οποία δεν είναι πολυετή», επισημαίνει ο δρ Τσουτσάνης.
«Βέβαια, όπως κάθε φάρμακο έτσι και τα συγκεκριμένα κρύβουν κινδύνους, που δεν έχουν διερευνηθεί επαρκώς ακόμα. Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι όσο πιο κοντά είναι το βάρος ενός ανθρώπου, που υποβάλλεται σε αρθροπλαστική ισχίου ή γόνατος, στο φυσιολογικό τόσο μικρότερος είναι ο κίνδυνος επιπλοκών, τόσο μεγαλύτερος ο χρόνος επιβίωσης της πρόθεσης και τόσο λιγότερες οι πιθανότητες υποβολής σε αναθεώρηση», καταλήγει.
Φωτογραφία: iStock

